Skip to main content Scroll Top

Περί του ύφους | Λουί Αραγκόν

peritouyfousluisaragon

εκδόσεις Ύψιλον

μτφ.  Στέφανος Κουμανούδης

 

Ο Λουί Αραγκόν (1897–1982) υπήρξε μία από τις πλέον πολυμορφικές και αντιφατικές φυσιογνωμίες της γαλλικής λογοτεχνίας. Ποιητής, μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος, πολιτικός ακτιβιστής, θεωρητικός των τεχνών – ένας άνθρωπος που δεν βολεύτηκε ποτέ σε μία ταμπέλα. Γεννημένος στο Παρίσι, μεγάλωσε σε μια σύνθετη οικογενειακή πραγματικότητα, κάτι που τον ώθησε από νωρίς στην ανάγκη επινόησης του εαυτού.

Έγινε γνωστός αρχικά ως ένας από τους βασικούς συνιδρυτές του σουρεαλισμού μαζί με τον Αντρέ Μπρετόν και τον Φιλίπ Σουπώ, αλλά η πορεία του πήρε πολύ διαφορετική τροπή: ο Αραγκόν δεν έμεινε ποτέ πιστός σε ένα μόνο αισθητικό ή πολιτικό πλαίσιο. Πέρασε από την αβάν-γκαρντ στο κομμουνιστικό κόμμα, από την υπερρεαλισμό στην στρατευμένη ποίηση της Αντίστασης κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και αργότερα στη λυρική, ερωτική γραφή που αφιέρωσε στη σύντροφό του Ελσα Τριαλέ.

Ο Αραγκόν γράφει μέσα σε έναν αιώνα βίαιων μεταμορφώσεων: δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, επαναστάσεις, υπαρξισμός, ψυχρός πόλεμος, κοινωνικές εξεγέρσεις. Η λογοτεχνία δεν ήταν για εκείνον ένα καταφύγιο, αλλά κάτι σαν μέτωπο – ένας τόπος όπου η γλώσσα μπορούσε να ασκήσει εξουσία, να αντισταθεί, να αποκαλύψει.

Αυτός ο διάλογος ανάμεσα στην τέχνη και στην ιστορία είναι καθοριστικός για το έργο του. Ο Αραγκόν πίστευε ότι ο συγγραφέας δεν μπορεί να γράφει εκτός εποχής. Η γραφή είναι πολιτική πράξη, ακόμα κι όταν μιλά για έρωτα ή για φαντασία.

Το Περί του Ύφους (Traité du style, 1928) είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά κείμενα της πρώιμης σουρεαλιστικής περιόδου του Αραγκόν. Δεν είναι οδηγός λογοτεχνικής τεχνικής – το αντίθετο. Είναι μια επίθεση στο ίδιο το «ύφος», στην έννοια της λογοτεχνικής καθαρότητας, στην εξουσία των κανόνων, στην ιερότητα της «όμορφης φράσης».

Ο Αραγκόν γράφει σαν να έχει βάλει φωτιά στη βιβλιοθήκη και χορεύει γύρω της. Ειρωνικός, σαρκαστικός, γεμάτος οργή αλλά και απόλαυση. Καταγγέλλει τους «καθαρούς» λογοτέχνες, θεωρεί ότι η γλώσσα πρέπει να απελευθερωθεί από την αισθητική επιτήρηση, να γίνει εργαλείο ζωής και όχι βραβείων.

Είναι ένα κείμενο που αν το διαβάσει κανείς σήμερα μοιάζει τρομερά σύγχρονο. Γράφεται το 1928 αλλά μιλάει σαν να έχει προβλέψει την κουλτούρα των media, των επιμελητών ύφους, των «σωστών» τρόπων έκφρασης.

Το Περί του Ύφους δεν είναι ευγενικό κείμενο. Είναι σχεδόν μια λογοτεχνική χειροβομβίδα, ένα έργο που διαλύει ό,τι θεωρεί δεδομένο. Και αυτό ακριβώς το στοιχείο το κάνει σημαντικό: όχι γιατί μας διδάσκει, αλλά γιατί μας απο-μαθαίνει.

Αν κάποιος ψάχνει μέσα στο βιβλίο για κανόνες γραφής, θα απογοητευτεί. Αν όμως ψάχνει για μια άγρια, ειλικρινή υπενθύμιση ότι η λογοτεχνία δεν χρωστάει τίποτα σε κανέναν, τότε θα βρει έναν συγγραφέα σε κυριευμένο από τον πυρετο.

Ο Αραγκόν δεν θέλει να πει «πώς πρέπει να γράφεις», αλλά «πώς να μη φοβάσαι να γράφεις. Το ύφος, για εκείνον, δεν είναι διακοσμητική επιλογή – είναι στάση ζωής, άρνηση, εξέγερση.

Συμπερασματικά τρία πράγματα (τα οποία ανέφερα και πρωτύτερα) κρατώ από το σπουδαίο τούτο έργο του Αραγκόν. Πρώτον, μας μιλά για τη σχέση ανάμεσα στη γλώσσα και την εξουσία, κάτι που σήμερα επανέρχεται σε κάθε συζήτηση για τα social media, την πολιτική ορθότητα, τη λογοκρισία. Δεύτερον, αμφισβητεί την άποψη ότι υπάρχει σωστή τέχνη, καλό στυλ, ορθή γραφή. Και τρίτον, υπενθυμίζει πως η λογοτεχνία δεν είναι διαγωνισμός αλλά κάτι που συμβαίνει όταν ο κόσμος δεν μας φτάνει.

 

 

Βαγγέλης Μπουμπάκης
Ηθοποιός
Νοέμβρης 2025

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ