Γυμνό Γεύμα
του Ουίλιαμ Σ. Μπάροουζ
εκδόσεις Τόπος/Μοτίβο
συζήτηση με τον μεταφραστή
Γιώργο Μπέτσο
-Μπορεί η αφορμή για την συνάντησή μας με τον μεταφραστή του Ουίλιαμ Σ. Μπάροουζ
Γιώργο Μπέτσο να ήταν το βιβλίο Γυμνό Γεύμα, όμως η κουβέντα μας επεκτάθηκε σε όλο το σύμπαν του αμερικανού συγγραφέα!
Β.Μ: Κύριε Μπέτσο, αφού σας ευχαριστήσω για την μεγάλη τιμή που μας κάνετε να μιλήσουμε για τον Ουίλιαμ Σ. Μπάροουζ, κάντε μια προσπάθεια να μας τον συστήσετε ώστε να τον μάθουμε καλύτερα!
Πρόκειται για έναν συγγραφέα ανορθόδοξο σε κάθε πτυχή της καλλιτεχνικής του έκφρασης, απόκληρο, καλτ φιγούρα, νευραλγικό στην εξέλιξη της ποπ κουλτούρας – ο Μπάροουζ έχει διαποτίσει τον πολιτισμό με τρόπους που πολλές φορές δεν γίνονται εμφανείς ως προς την προέλευσή τους, αλλά, όπως κάθε επιρροή η οποία έχει επιτελέσει τον ρόλο της, το έργο του έχει εμφυσήσει το περιεχόμενό του στον πολιτισμό και δεν έχει επικολληθεί σε αυτόν σαν τσιρότο ευάλωτο σε πάσης φύσης τάσεις.
Σε κοσμικό επίπεδο, ο Μπάροουζ ήταν γόνος εύπορης οικογένειας του Σεντ Λούις, απόφοιτος του Χάρβαρντ, ο οποίος είχε κάθε λόγο να μην ασχοληθεί με το γράψιμο ή να αυτοεξοριστεί στο περιθώριο. Κατέληξε μέλος της μεγάλης τριανδρίας της γενιάς των Μπίτνικ – το τελευταίο χρονολογικά μέλος της μετά τον Κέρουακ και τον Γκίνσμπεργκ. Ηλικιακά μεγαλύτερός τους, ήταν κάποιος τον οποίο θαύμαζαν και οι δυο τους. Μάλιστα, εκείνοι ήταν που συντέλεσαν σε μεγάλο βαθμό στην ενασχόλησή του με το γράψιμο, την οποία αρχικά ο ίδιος αρνούνταν πεισματικά.
Ο Μπάροουζ παρήγαγε εικονοκλαστικά βιβλία, τα οποία άλλαξαν τον κόσμο στον βαθμό που ένα βιβλίο θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο. «Γυμνό γεύμα», «Τα άγρια αγόρια», η τριλογία των κατ-απ, η τριλογία της Κόκκινης Νύχτας κτλ. Σπάνια περίπτωση συγγραφέα.
Β.Μ: Δώστε μας λίγα στοιχεία για το έργο του! Με τι καταπιάνεται σχεδόν στο σύνολό του; Ποια η θεματολογία που επιλέγει;
Ο Μπάροουζ δεν παρέλειπε να δηλώνει σε διάφορες φάσεις της καριέρας του πως τα βιβλία του αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου βιβλίου, πράγμα που είναι πέρα για πέρα αλήθεια. Σε επίπεδο κειμένου, το πλεόνασμα του εκάστοτε βιβλίου κατέληγε στο επόμενο. Κάτι σαν λεκτική όσμωση. Το «Queer» αποτελεί συνέχεια του «Τζάνκι», η τριλογία του κατ-απ περιέχει μεγάλο όγκο τροποποιημένων σελίδων οι οποίες τελικά δεν συμπεριλήφθηκαν στο «Γυμνό γεύμα», το «Exterminator!» είναι συνέχεια των «Άγριων αγοριών», ο «Τόπος των Νεκρών δρόμων» συνέχεια των «Πόλεων της κόκκινης νύχτας» κοκ.
Όσον αφορά τη θεματολογία του, όλα του τα κείμενα περιστρέφονται, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, γύρω από τα προσφιλή του θέματα – τα συστήματα ελέγχου, την προσωπική και συλλογική ελευθερία, την καταπίεση, τον συντηρητισμό, το κράτος, τα ναρκωτικά, την ομοφυλοφιλία.
Β.Μ: Εδώ στην Ελλάδα τα σχόλια και οι κριτικές για τα έργα του είναι πάρα πολύ καλές. Πώς τον αντιμετώπισε όμως η αμερικάνικη (συντηρητική) κριτική, δεδομένου ότι θίγει πολύ δύσκολα θέματα και καταστάσεις;
Εξαρτάται από την εποχή. Αξίζει να σημειωθεί πως ο Μπάροουζ γνώρισε επιτυχία πρώτα στην Ευρώπη και όχι στην Αμερική, όπου επέστρεψε το 1974, έπειτα από 25 χρόνια παραμονής στο Μεξικό, την Ταγγέρη, το Παρίσι και το Λονδίνο. Σε πρώτη φάση, η ριζοσπαστική φύση των βιβλίων του συνάντησε μεγαλύτερη απήχηση στο ευρωπαϊκό κοινό. Το «Γυμνό γεύμα» πρωτοεκδόθηκε από τον παριζιάνικο εκδοτικό οίκο Olympia Press και για τρία χρόνια, μέχρι να εκδοθεί από τον νεοϋορκέζικο οίκο Grove Press, το βιβλίο δεν είχε λάβει καν κριτικές στην Αμερική. Βεβαίως από τότε κι έπειτα τόσο εκείνος όσο και τα βιβλία του έγιναν πασίγνωστα, γεγονός στο οποίο συντέλεσε και η δίκη για τη λογοκρισία του «Γυμνού γεύματος» η οποία, πέραν του ό,τι προσέδωσε υψηλό προφίλ στο βιβλίο, αποτέλεσε και σημείο αναφοράς ως προς το τι συνιστά χυδαιότητα και τι όχι σε ένα καλλιτεχνικό έργο.
Ο αέναος αγώνας του Μπάροουζ ήταν ενάντια στον συντηρητισμό σε οποιαδήποτε έκφανσή του, γεγονός που τον ανήγαγε σε εχθρό απολιθωμένων και καταπιεστικών θεσμών. Οι καλλιτεχνικοί κύκλοι είναι, σε γενικές γραμμές, πιο φιλελεύθεροι οπότε η καλλιτεχνική κριτική, τουλάχιστον ως προς τη θεματολογία του, δεν ήταν αρνητική, κάθε άλλο.
Β.Μ: Τι ρόλο διαδραματίζει στα αμερικανικά γράμματα, και όχι μόνο; Και το ρωτώ γιατί καταπιάνεται με ένα «παρεξηγημένο» λογοτεχνικό είδος!
Ο ρόλος του ήταν και συνεχίζει να είναι πολυδιάστατος. Ελάχιστοι δεν θα κατέτασσαν τα έργα του στην κλασική αμερικανική λογοτεχνία, ασχέτως αν τον εκτιμούν ως συγγραφέα ή όχι. Η cyberpunk λογοτεχνία στην καλύτερη των περιπτώσεων θα ήταν πολύ διαφορετική αν δεν είχαν προηγηθεί τα έργα του. Ως ένα βαθμό, το ίδιο ισχύει και για τον κινηματογράφο και τη μουσική. Εντούτοις, αυτή που είχε τεράστια επιρροή στο παγκόσμιο καλλιτεχνικό σύμπαν, και όχι απλώς στο λογοτεχνικό, ήταν η φιγούρα του Μπάροουζ. Αυτή ενός ναρκομανή μύστη, ανώνυμου και αποτραβηγμένου που σατιρίζει και ανατέμνει και αποδομεί με χειρουργική ακρίβεια τον φαρισαϊσμό των επικρατούντων θεσμών.
Σε κάθε περίπτωση, θα ήταν πολύ δύσκολο να τον κατατάξουμε σε κάποιο λογοτεχνικό είδος. Η υφή των βιβλίων του (με την εξαίρεση ίσως των δύο πρώτων) είναι τόσο πειραματική κι αιρετική, που δεν γνωρίζει στεγανά και η ταυτότητά τους, όπως και αυτή του συγγραφέα, απαρνείται κάθε είδους κατηγοριοποίηση.
Β.Μ: Ποιο είναι εκείνο ή εκείνα τα χαρακτηριστικά της γραφής του Μπάροουζ που τον διαχωρίζουν και τον καθιστούν έναν σπουδαίο στο είδος του συγγραφέα;
Η τολμηρότητα με την οποία προσέγγιζε το έργο του σε επίπεδο περιεχομένου αλλά και δομής/πρόζας. Δεν υπήρχαν ταμπού, απαγορευμένες περιοχές – σε ολόκληρη τη ζωή του αποζητούσε την ελευθερία κινήσεων και τα έργα του ήταν το κατεξοχήν σύμπαν όπου η ασύμπτωτη της βούλησής του προσέγγιζε ιλιγγιωδώς την ιδεατή του ελευθερία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η τριλογία του κατ-απ – “Soft machine”, “Nova express”, “The ticket that exploded”· τρία πειραματικά βιβλία στα οποία ο Μπάροουζ έκανε χρήση τεμαχισμένου λόγου (κυριολεκτικά τεμαχισμένου, μιας και σε μεγάλο βαθμό το περιεχόμενό τους προήλθε από τον κερματισμό και την επανασυναρμολόγηση του υλικού του) μεταλλάσσοντας τους όρους της αφήγησης, φέρνοντάς τους στα δικά του μέτρα και μένοντας στην ιστορία. Με την ίδια ευκολία μπορούσε να καταπιαστεί και με πιο παραδοσιακά κείμενα, όπως το «Τζάνκι» και το «Queer», αλλά και με τα γραμμικότερα έργα της ωριμότερης ίσως περιόδου του. Αναφέρομαι στην τριλογία της «Κόκκινης νύχτας» – «Οι Πόλεις της κόκκινης νύχτας», «Ο Τόπος των νεκρών δρόμων», «Δυτικές Χώρες» – το απαύγασμα θα λέγαμε της καριέρας του. Να ενημερώσω πως οι «Πόλεις της κόκκινης νύχτας» θα κυκλοφορήσουν σε νέα μετάφραση μέσα στον Σεπτέμβριο του 2022 και μέχρι το τέλος του χρόνου θα είναι έτοιμος και ο «Τόπος των νεκρών δρόμων». Θέλω να πιστεύω πως μέχρι τον Μάη του 2023 θα έχουν κυκλοφορήσει και οι Δυτικές χώρες για πρώτη φορά στα ελληνικά γεγονός που με χαροποιεί ιδιαίτερα.
Β.Μ: Αφορμή για την συνάντησή μας έγινε το «Γυμνό γεύμα». Το αποκατεστημένο κείμενο που κυκλοφόρησε πρώτη φορά στην Ελλάδα (κυκλοφορεί, όπως και η πλειοψηφία των έργων του από τις Εκδόσεις Τόπος). Τι θα διαβάσουμε λοιπόν σε αυτή την άγρια περιπέτεια με πρωταγωνιστή τον ναρκομανή Ουίλιαμ Λι;
Το «Γυμνό γεύμα» ήταν ο σπόρος από τον οποίο ξεπήδησε σχεδόν ολόκληρο το μετέπειτα έργο του Μπάροουζ. Πρόκειται για μια συλλογή από βινιέτες οι οποίες συνδέονται κατά κύριο λόγο θεματικά, χωρίς να διαθέτουν κάποια ιδιαίτερη χρονική αλληλουχία. Εδώ απαντώνται όλες οι εμμονές του συγγραφέα, οι οποίες στη συνέχεια διαχέονται σε ολόκληρη τη βιβλιογραφία του. Κατά γενική ομολογία, το σημαντικότερο έργο του το οποίο και τον εδραίωσε, κι ένα από τα σημαντικότερα βιβλία του εικοστού αιώνα κατά τη γνώμη μου.
Β.Μ: Το «Τζάνκι» είναι ένα μυθικό βιβλίο! Γιατί πιστεύετε συνεχίζει να συγκινεί και να προκαλεί πολλά χρόνια από την πρώτη έκδοσή του;
Επειδή είναι εύπεπτο. Όχι ως προς τη θεματολογία του αλλά ως προς τη γραμμικότητα της αφήγησης και την ευθύτητα του λόγου. Θυμίζει υφολογικά τα έργα των Τσάντλερ και Χάμετ. Για τα δεδομένα του συγγραφέα, το Τζάνκι είναι στρουμφοχωριό μπροστά στη γενικευμένη επίθεση στον αναγνώστη κάθε του βιβλίου από το «Γυμνό γεύμα» κι έπειτα.
Επιπλέον αποτελεί μια κλειδαρότρυπα σε έναν κόσμο που ακόμη και σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων δεν έχει και δεν επιθυμεί πρόσβαση. Ο ειλικρινέστατος και λεπτομερέστατος απολογισμός της ζωής ενός ναρκομανή είναι θελκτικός και η αφήγηση υποδειγματική. Θυμάμαι να το διαβάζω μέσα σε μια μέρα όταν είχε πέσει στα χέρια μου, πολύ πριν κληθώ να το μεταφράσω. Προσωπικά το βρίσκω καταπληκτικό.
Β.Μ: Ποια κοινωνική ανησυχία εμφυσείται μέσα στον Μπάροουζ σε αυτό το βιβλίο. Τι θέλει να πει και σε ποιους ενδεχομένως απευθύνεται; Ή ενδεχομένως τα παραπάνω δεν απασχόλησαν ποτέ τον Μπάροουζ;
Καμία θεωρώ. Σε αντίθεση με τα μετέπειτα έργα του, δεν θα έλεγα πως το «Τζάνκι» διαθέτει πολιτικές πτυχές, τουλάχιστον όχι προμελετημένες. Παρόλο που αποτελεί απολαυστικότατο ανάγνωσμα, το «Τζάνκι» είναι ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο σε μια εποχή πριν τη μετακίνησή του στην Ταγγέρη και τη ριζική υφολογική μεταμόρφωσή του.
Β.Μ: Έχετε μεταφράσει ίσως τα πιο σημαντικά βιβλία του Μπάροουζ που κυκλοφορούν στην Ελλάδα. Αλήθεια ποιο είναι αυτό που θα ξεχωρίζατε; Ποιο ενδεχομένως σας έκανε την περισσότερη εντύπωση;
Τα «Άγρια αγόρια» πιθανότατα καθώς και ο «Λόγος» από τη Διαζώνη. Δεν έχει να κάνει με την ποιότητα των κειμένων αλλά με την υφή τους καθαρά από μεταφραστική άποψη.
Β.Μ: Τι δυσκολίες και τι προκλήσεις περιλαμβάνει η μετάφραση των έργων του Μπάροουζ;
Πρόκειται για απαιτητικά έργα, ειδικά χωρίς τη συνδρομή του συγγραφέα. Χωρίς να υπεισέλθω σε τεχνικά θέματα, στα βιβλία του απαντάται περίσσεια διαλέκτου του περιθωρίου, αλλά το σπουδαιότερο ίσως ζήτημα είναι η κατανόηση του ίδιου του κειμένου, το οποίο πολλές φορές έχω αισθανθεί πως καλούμαι να ξαναγράψω στα ελληνικά και όχι να το αποδώσω. Αυτό οφείλεται στην κερματισμένη φύση του, η οποία οδηγεί σε αρκετές εικασίες και αυτοσχεδιασμό όσον αφορά το ούτως η άλλως δυσνόητο περιεχόμενο.
Κατά συνέπεια, υφίσταται ο πειρασμός του να προβώ σε καλλωπιστικές παρεμβάσεις οι οποίες ίσως οδηγήσουν σε ένα μετάφρασμα όχι απαραίτητα απόλυτα πιστό στο πρωτότυπο. Αν και δεν θα έλεγα πως είμαι ένοχος για το εν λόγω παράπτωμα πολλές φορές θεωρώ πως ισορροπώ στο μεταίχμιο αυτής της διαχωριστικής γραμμής. Αν κάποτε μεταφράσω στα ελληνικά και την τριλογία του κατ-απ, αυτό θα ήταν και το ύστατο στοίχημα.
συνέντευξη
Βαγγέλης Μπουμπάκης
Ιούνης 2022
Ο Γιώργος Μπέτσος γεννήθηκε το 1981 στον Μώλο Φθιώτιδας. Σπούδασε μαθηματικά στην Πάτρα και μετάφραση στην Αθήνα. Εδώ και 13 χρόνια μεταφράζει συστηματικά τα έργα του Ουίλιαμ Μπάροουζ για λογαριασμό των εκδόσεων Τόπος.