Τροπάριο της Φόνισσας – 6, της Γιούλης Περβολαράκη

fmcvx

 

Ημέρα Πέμπτη.
Ψηλαφίζω τις ρυτίδες όσων περιμένουν ενώ στο βάθος ακούγεται ένα μοναχικό ελάφι που βρυχάται. Παράξενα άκαιρο. Είθισται η εποχή του ζευγαρώματος
ν’ αρχίζει με την πτώση των άνθεων.
Όμως τον φετινό Απρίλη, μέσα στο σαλόνι, αντηχεί πρόωρο κάλεσμα αρσενικού ελαφιού.
Γλώσσα, με βούρδουλες αναθρεμμένη γλώσσα, με εξαναγκάζεις να ορίσω το φύλο.
Και πόσα άλλα –θα πεις.
Αρσενικό λέω και παραλείπω τόμους με νέους νόμους,
μαγειρεία έτοιμα να πάρουν φωτιά και πέτρινα ειδώλια εγκύων
που κάποτε θα μιλήσουν.
Την ίδια ώρα, με το σφάλμα μου αυτό, παρηγορώ έναν βετεράνο
που είδε έναν άνθρωπο να σκοτώνεται
κι ένιωσε ντροπή.
Η ντροπή βέβαια δεν ήρθε απ’ τα εύθραυστα γόνατα, τα πουλιά που φυγάδευα στις μασχάλες, το κραγιόν που άστραφτε στα αντρικά μου χείλη, ούτε που κάπνιζα αρειμανίως σε αποστειρωμένους καιρούς ή αποθήλαζα φανταστικούς γέρους με το μικρό μου στήθος. Κάποτε, έρχεται όταν οι άλλοι παύουν να γίνονται αποχρώσεις του εαυτού μου.
Τότε έρχεται· η συντριβή.
Κι εσύ;
Εσύ δε μπούχτισες ακόμα από την έρημο των χειροκροτημάτων;
Ξένον κανένα συνάντησες; Μια τόση δα μικρή απειλή;
Μια τόση δα μικρή αμυχή;
Άκου, το ελάφι καλεί πάλι σε μονομαχία.
Σκόνη σηκώθηκε, κέρατα μπλέχτηκαν μέχρι να καταλαγιάσει η αγριότητα του οίστρου.
Ίδια με οίστρο αρχαίου ποιητή που ‘ριξε δυο αδερφές στην παλαίστρα.
Ο ηττημένος, πάνω σε ποιό δέντρο ξεθύμανε ο ηττημένος;
Κάποιος ζωγράφισε, κάποτε, στο δείπνο την Ιαήλ.
Δε μίλαγε· κερνούσε αρσενικό μ’ ένα μακρύ κόκκινο φόρεμα
τους μαθητές και τον δάσκαλο.
Ημέρα Πέμπτη.

 

Γιούλη Περβολαράκη

*φωτογραφία: Περικλής Λιακάκης

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ