Ο Τύραννος Μπαντέρας
του Ραμόν Μαρία δελ Βάγιε Ινκλάν
εκδόσεις Οδυσσέας
συζήτηση με την εκδότρια και μεταφράστρια
Αντιγόνη Χατζηανδρέου
Β.Μ: Ποιος είναι ο Ραμόν Μαρία δελ Βάγιε Ινκλάν;
Ο Ραμόν Μαρία δελ Βάγιε Ινκλάν (1866-1936) ήταν μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ποιητής, δημοσιογράφος και δοκιμιογράφος.
Ξεκίνησε να σπουδάζει νομική στο Σαντιάγο δε Κομποστέλα την οποία μετά τον θάνατο του πατέρα του εγκατέλειψε και πήγε στη Μαδρίτη και άρχισε να συχνάζει στα φιλολογικά στέκια της πόλης όπου, διακηρύσσοντας με υπεροψία τις φιλολογικές του προτιμήσεις, έγινε γνωστός στους φιλολογικούς κύκλους. Συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες της εποχής τόσο στην Ισπανία όσο και στο Μεξικό, το οποίο επισκέφτηκε για πρώτη φορά το 1892 για να ακολουθήσουν και άλλα ταξίδια εκεί. Το 1895 εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη και υιοθέτησε ένα ιδιόρρυθμο παρουσιαστικό με μακριά μαλλιά και γενειάδα, μαύρο μακρύ πανωφόρι και μαύρο καπέλο, μια εικόνα που ταίριαζε στους ήρωές του. Η ζωή του ήταν γενικά πολυτάραχη. Σε έναν καβγά πληγώθηκε σοβαρά στο χέρι και ακρωτηριάστηκε.
Κατά τον Ισπανοαμερικανικό πόλεμο ήταν υπέρμαχος της ανεξαρτητοποίησης των Κουβανών από την Ισπανία. Οι ιδεολογικές του πεποιθήσεις ήταν εξίσου πολυτάραχες με τη ζωή του. Γύρω στο 1910 προσχώρησε στον καρλισμό, ιδιαίτερα συντηρητικό μοναρχικό ρεύμα και μάλιστα έβαλε και υποψηφιότητα για βουλευτής αλλά δεν εκλέχτηκε. Κατά τη δεκαετία του ’20 παράλληλα με τη λογοτεχνική του αναγώριση, άλλαξε ιδεολογική τοτοθέτηση και πλησίασε τον αναρχισμό. Από το 1924 εκδηλώνει την αντίθεσή του στη δικτατορία του Πρίμο δε Ριβέρα και μάλιστα συνελήφθη για τη στάση του αυτή. Το 1931 υποστήριξε με ενθουσιασμό τη Δεύτερη Ισπανική Δημοκρατία, έβαλε πάλι υποψηφιότητα με το Δημοκρατικό Ριζοσπαστικό Κόμμα αλλά και πάλι δεν κατάφερε να εκλεγεί. Πέθανε το 1936 σε κλινική στο Σαντιάγο δε Κομποστέλα.
Β.Μ: Ποια η θεματολογία που επιλέγει σε ποια εποχή γράφει τα έργα του και τι ρόλο διαδραμάτισε στα ισπανικά γράμματα αλλά και όχι μόνο;
Αρχίζει να γράφει όταν ήταν φοιτητής ακόμη και συνεχίζει και μετά την εγκατάστασή του στη Μαδρίτη. Γράφει πολλά θεατρικά που όμως δεν έχουν επιτυχία. Το 1917 εκδίδεται το έργο του La media noche. Visión estelar de un momento de guerra, όπου καταθέτει την εμπειρία του στα γαλλικά χαρακώματα όπου πολέμησε υπέρ των συμμάχων στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτό ήταν και η αιτία της ρήξης του με τους καρλιστές. Το 1927 αρχίζει την έκδοση του Ruedo Ibérico όπου, όπως ο Γκαλδός στα Episodios Nacionales, φιλοδοξεί να διηγηθεί την ιστορία της Ισπανίας από την εποχή της βασιλείας της Ισαβέλλας Β΄ μέχρι την απώλεια των αποικιών με τους πολέμους της Κούβας, του Πουέρτο Ρίκο και των Φιλιππίνων. Όμως κατάφερε να εκδώσει μόνο τρεις νουβέλες.
Ανήκε στο λογοτεχνικό ρεύμα του μοντερνισμού και θεωρείται κορυφαίος εκπρόσωπος της ισπανικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα. Ο ποιητής ακαδημαϊκός και κριτικός λογοτεχνίας Pedro Salinas τον αποκάλεσε “παιδί θαύμα του ’98”.
Θέλησε να ανανεώσει τη λογοτεχνική παραγωγή της χώρας του την οποία θεωρούσε τελματωμένη και παρακμιακή με νέες εκφραστικές μορφές. Στα έργα του καταγγέλλει το κοινωνικό κατεστημένο, την εκμετάλλευση των ανθρώπων της υπαίθρου, την επιφανειακή ηθική της καλής κοινωνίας και τη διαφθορά της άρχουσας τάξης. Λάτρευε την μποέμικη ζωή κάτι που αποτυπώνεται στο αριστούργημα Luces de Bohemia, όπου μέσω του ήρωα Max Estrella αποτυπώνει τη χρεοκοπία και τον θάνατο ενός συγγραφέα. Το έργο μετατρέπεται σε μια τραγική και γκροτέσκα παραβολή της αδυναμίας να ζήσει κάποιος σε μια χώρα παραμορφωμένη, άδικη, και καταπιεστική όπου κυριαρχεί η διαφθορά, όπως είναι η Ισπανία του 1920. Στο έργο αυτό υπάρχουν σημαντικοί παραλληλισμοί ανάμεσα στον Μαξ Εστρέγια και τον Αλεχάντρο Σάβα, μποέμ συγγραφέα και φίλο του Ινκλάν.
Το έργο του Sonatas: Memorias del Marqués de Bradomín θεωρείται το πιο χαρακτηριστικό κείμενο του ισπανικού μοντερνισμού.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι τα χρόνια της συγγραφικής δημιουργίας του Ινκλάν είναι μια σημαντική εποχή για τη χώρα του: η Ισπανία χάνει τις αποικίες της, υπάρχουν κοινωνικές εξεγέρσεις εξαιτίας της στυγνής καταπίεσης που ακεί το καθεστώς και ο κλήρος στην επαρχία αλλά και μεγάλες απεργίες ενάντια στην εκμετάλλευση των εργατών στις πόλεις. Tο 1923 έχουμε το πραξικόπημα του Πρίμο δε Ριβέρα και την εγκατάσταση της δικτατορίας, την πτώση της το 1930 και τελικά τη νίκη των κοινοβουλευτικών κομμάτων στις εκλογές της 12ης Απριλίου του 1931 και την ανακήρυξη της Δεύτερης Ισπανικής Δημοκρατίας.
Β.Μ: Ποιο είναι το ύφος που καθιερώνει (το οποίο έχει και ιδιαίτερη ονομασία) και γίνεται συνώνυμο με το όνομά του αλλά και με τη γραφή του;
Το ύφος που καθιερώνει ο συγγραφέας είναι αυτό που στα ισπανικά ονομάζεται esperpento. Σύμφωνα με το λεξικό της Βασιλικής Ακαδημίας της Ισπανίας “esperpento καλείται το λογοτεχνικό είδος που δημιούργησε ο Ramon del Valle-Inclán και στο οποίο παραμορφώνει συστηματικά την πραγματικότητα, υπερτονίζει τα γκροτέσκα και παράλογα στοιχεία της, ενώ ταυτόχρονα υποβαθμίζει τις λογοτεχνικές αξίες”. Το esperpento, όπου δεν υπάρχει έλεος ή συμπάθεια απέναντι στις ανθρώπινες αδυναμίες, ο ίδιος ο συγγραφέας το ορίζει ως μια “αισθητική συστηματικά παραμορφωμένη”, “υποκείμενη σε τέλεια μαθηματικά”, “τα μαθηματικά του κοίλου καθρέφτη”. Κατά την άποψή του έχει καλλιτεχνικά και αισθητικά προηγούμενα στη λογοτεχνία του Κεβέδο και στη ζωγραφική του Γκόγια και συνίσταται στην γκροτέσκα αλλά αυστηρά γεωμετρική παραμόρφωση των πρωταγωνιστών με τη ζωοποίηση ή τη θεατρικότητα.
Β.Μ: Πείτε μας δυο λόγια τον Τύραννο Μπαντέρας αλλά και το κοινωνικό-πολιτικό πλαίσιο που περιβάλλει το έργο;
Ο Τύραννος Μπαντέρας καταδεικνύει με ωμό τρόπο τη βία των δικτατοριών όπου η αγάπη για την εξουσία εξαλείφει κάθε ηθικό ενδοιασμό. Ο Σάντος Μπαντέρας είναι ένας δικτάτορας που προσποιείται ότι σέβεται τον κοινοβουλευτισμό. Είναι ανηλεής και κτηνώδης όπως όλοι οι δικτάτορες. Κανείς δεν τον αγαπά, περιστοιχίζεται όχι από φίλους αλλά από κόλακες που τον τρέμουν.
Το μυθιστόρημα ήταν το αγαπημένο του συγγραφέα και σε μια συνέντευξή του το 1928 εξηγεί ο ίδιος ένα από τα βασικά εναύσματα για τη σύλληψή του: “Πιστεύω ότι το μυθιστόρημα κινείται παράλληλα με την ιστορία και τα πολιτικά κινήματα. Αυτή την εποχή του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού πιστεύω ότι ο κύριος ήρωας της κοινωνίας δεν είναι ο άνθρωπος αλλά οι κοινωνικές ομάδες. Η Ιστορία και το μυθιστόρημα σκύβουν με την ίδια περιέργεια πάνω στο φαινόμενο του πλήθους”.
Β.Μ: Που έγκειται η σπουδαιότητα του μυθιστορήματος και ποια η επιρροή που άσκησε; Έχουμε στοιχεία για το πώς υποδέχεται το μυθιστόρημα του Ινκλάν η κριτική της εποχής;
Το βιβλίο εκδόθηκε το 1926 και φυσικά μια νουβέλα με θέμα την τυραννία δεν ήταν δυνατό να περάσει απαρατήρητη στην Ισπανία. Τη χώρα κυβερνά από το 1923 ο δικτάτορας Primo de Rivera και ο Valle-Inclán ασκεί τα τελευταία τρία χρόνια δριμεία κριτική κατά της δικτατορίας. Από τη στιγμή της εμφάνισής του αναγνωρίστηκε ως το αριστούργημα του δημιουργού του. Μελετητές της ισπανικής λογοτεχνίας και κριτικοί της εποχής του το χαρακτήρισαν ως το καλύτερο και το πιο καινοτόμο.
Αναμφίβολα άσκησε τη μεγαλύτερη επιρροή στο λογοτεχνικό είδος που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε “νουβέλα του δικτάτορα” και το οποίο βρήκε άξιους συνεχιστές στο El Senor Presidente [Ο Κύριος Πρόεδρος, εκδόσεις Πλέθρον 1986] του Μιγκέλ Άνχελ Αστούριας, Yo, el Supremo [Εγώ o Ανώτατος] του Αουγούστο Ρόα Μπάστος ή το El otono del patriarca [Το Φθινόπωρο του Πατριάρχη, εκδόσεις Λιβάνη 1984] του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες.
Β.Μ: Πόσο επίκαιρο είναι σήμερα το έργο;
Θεωρώ ότι το έργο είναι απόλυτα επίκαιρο. Οι δικτάτορες του 20ού αιώνα αλλά και οι σύγχρονοι δεν διαφέρουν σε τίποτε από τον Σάντος Μπαντέρας, όπως δεν διαφέρει και ο ρόλος που παίζουν στην εγκαθίδρυση αυτών των καθεστώτων οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Για να μην αναφέρουμε πόσες από τις πρακτικές των δικτατόρων σε σχέση με την παραπληροφόρηση και τον έλεγχο των μέσων μαζικής ενημέρωσης ακολουθούν σήμερα πολλές εκλεγμένες νεοφιλελευθερες κυβερνήσεις.
Σχ. Β.Μ.: Όσο «αφελής» και να είναι μια ερώτηση που αναφέρεται σε ολοκληρωτικά καθεστώτα και δικτάτορες εγώ θα συνεχίσω να βλέπω προσομοιώσεις με το σήμερα!
Β.Μ: Ποια ήταν η δική σου προσωπική επαφή με το κείμενο; Ποια συναισθήματα σου δημιούργησε αλλά και τι δυσκολίες ενδεχομένως είχε η μεταφραστική διαδικασία;
Η μετάφραση του έργου ήταν ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα για πολλούς λόγους. Πρώτα απ’ όλα η καταπίεση της δικτατορίας, οι βασανισμοί και οι δολοφονίες που συνάντησα στο μυθιστόρημα είναι γεγονότα που έζησα άμεσα την εποχή της χούντας στην Ελλάδα. Πολλές φορές ένιωθα τέτοια οργή που δεν μπορούσα να συνεχίσω. Μπορεί να φαίνεται σκληρό αλλά η καλύτερη στιγμή ήταν το σημείο όπου ο Μπαντέρας σκοτώνεται, το πτώμα του τεμαχίζεται και τα κομμάτια του μοιράζονται στις περιοχές που είχαν βιώσει τη μεγαλύτερη καταπίεση.
Από καθαρά μεταφραστική άποψη υπήρχε η δυσκολία της γλώσσας. Ο Ινκλάν δεν χρησιμοποιεί μια καθαρά καστιλιάνικη ή ισπανική διάλεκτο. Γράφει σε μια γλώσσα που μιλιόταν στην Αμερική την οποία διανθίζει με γαλικισμούς, αρχαϊσμούς, λόγιες λέξεις που σχεδόν έχουν εκλείψει σήμερα, αλλά και αργκό της εποχής που είναι πολύ δύσκολο να αποδοθούν στην ελληνική. Ακόμα χρειάστηκε πολύ “ψάξιμο” για να εντοπίσω τον παραλληλισμό κάποιων από τους ήρωές του με πρόσωπα πραγματικά. Προσπάθησα να αναφέρω τα πιο σημαντικά από αυτά στις σημειώσεις. Ήταν ένα προκλητικό στοίχημα η μετάφραση του έργου και πιστεύω ότι το αποτέλεσμα είναι έντιμο.
Σχ. Β.Μ.: Για άλλη μια φορά πολλά συγχαρητήρια για την άψογη μετάφραση, για τα πολύ κατατοπιστικά σχόλια αλλά και για την πολύ προσεγμένη και καλαίσθητη έκδοση!
συνέντευξη
Βαγγέλης Μπουμπάκης
Γενάρης 2022