Scroll Top

Ο Πάμπλο Νερούδα, η «φωνή τής πένθιμης πορτοκαλιάς» και ο ισπανικός Εμφύλιος

DFGA

[…] στο σπίτι της ποίησης δεν μένει τίποτε άλλο παρά αυτό που γράφτηκε με αίμα για να ακουστεί από το αίμα.
Pablo Neruda, «Conducta y poesía», 1935
Η Ισπανία […] μια ζώνη ερειπίων. Μια σταγόνα αίμα πεσμένη σε αυτές τις γραμμές θα μείνει ζώντας πάνω σε αυτές, ανεξίτηλη σαν την αγάπη.
Pablo Neruda, Las furias y las penas, 1939

 

Ο Πάμπλο Νερούδα (1904-1973) δεν χρειάζεται πολλές συστάσεις και, φυσικά, καμιά ψιλολογούσα (ή ψυλλογυρεύουσα) φιλολογική εισαγωγή. Ο μεγαλύτερος ποιητής του 20ου αιώνα σε όλες τις γλώσσες, σύμφωνα με τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ένας ποιητής που κανείς άλλος, στο Δυτικό ημισφαίριο, τον αιώνα που πέρασε, δεν μπορεί να αναμετρηθεί μαζί του, σύμφωνα με τον Χάρολντ Μπλουμ καθώς τον συμπεριελάμβανε (προσάπτοντάς του, βέβαια, «ατυχέστατο σταλινισμό» [1]) στους 26 σημαντικότερους συγγραφείς στον δικό του ιδιόρρυθμο και ιδιοσυγκρασιακό (και, ως εκ τούτου, αυθ-αίρετο) Δυτικό Κανόνα [2], θα συνδεθεί άμεσα και ενεργά με την Ισπανία του Εμφυλίου. Τον Μάη του 1934 θα διοριστεί πρόξενος της Χιλής στην Βαρκελώνη και στη συνέχεια (και) στη Μαδρίτη (στη θέση της μεγάλης χιλιανής ποιήτριας και φίλης του, Γκαμπριέλα Μιστράλ που θα μετατεθεί [3] στη Λισαβώνα). Στην Ισπανία θα ξανασυναντήσει τον Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα και τη «φωνή του της πένθιμης πορτοκαλιάς» [4] (που τον είχε ήδη γνωρίσει και είχε γίνει στενός φίλος του το 1933, στο Μπουένος Άιρες), θα συναναστραφεί, επίσης, με άλλα μέλη της επονομαζόμενης λογοτεχνικής «γενιάς του ̕27» και θα πάρει, κάπως διακριτικά και προσεκτικά στην αρχή (λόγω της διπλωματικής του ιδιότητας), και ανοιχτά και εντονότερα στη συνέχεια τη θέση του σαν συγγραφέας και σαν άνθρωπος δίπλα στον αγωνιζόμενο ενάντια στον φασισμό ισπανικό λαό.

Στην πραγματικότητα, η Ισπανία, σωστότερα ο ισπανικός Εμφύλιος, ήταν, για τον Νερούδα, το γεγονός που σφράγισε ανεξίτηλα όλη του την ποιητική και πολιτική διαδρομή οδηγώντας τον σε μια μεταστροφή καθοριστική για το μετέπειτα έργο του. Και αυτό θα αποτυπωθεί όχι μόνον στα ποιήματα της συλλογής που εδώ μεταφράζομε αλλά και σε όλη τη μεταγενέστερη παραγωγή του. Ο ίδιος θα το πει σε μια κατοπινή συνέντευξή του: «Σχεδόν ό,τι έκανα μετά, ό,τι έκανα στην ποίησή μου και στη ζωή μου, εμπεριέχει τη βαρύτητα του χρόνου που έζησα στην Ισπανία». Και θα το επαναλάβει πολλές φορές και στην ίδια την ποίησή του. Στο Canto General (1950), π.χ., στο ποίημα «La Guerra (1936)» – «Ο πόλεμος (1936)» από το άσμα XV, «Yo soy» – «Εγώ είμαι», διαβάζουμε:

 

Ισπανία τυλιγμένη στον ύπνο, ξυπνώντας
σαν μια χαίτη από στάχια
σε είδα να γεννιέσαι ίσως ανάμεσα στους aγκαθότοπους
και τα σκοτάδια, αγρότισσα,
να σηκώνεσαι ανάμεσα στις βελανιδιές και τα βουνά
και να σχίζεις τον αέρα με τις φλέβες ανοιχτές.
Μα σε είδα και χτυπημένη στις γωνιές
από τους πανάρχαιους ληστές. Έρχονταν μασκαραμένοι
με καμωμένους τους σταυρούς των
από φίδια, με τα πόδια βουτηγμένα
στον παγωμένο βάλτο των νεκρών.
Τότε είδα το κορμί σου διαμελισμένο
από βάτους, θρυμματισμένο
πάνω στην άγρια αρένα σου, να χάσκει,
δίχως κόσμο, κατατρυπημένο μέσα στη θανάσιμη αγωνία.
Μέχρι σήμερα τρέχει το νερό από τις συμφορές σου
μες στα μπουντρούμια, και κρατάς
σιωπηλά το στεφάνι σου από αγκάθια,
για να δεις ποιος θα αντέξει περισσότερο, οι πόνοι σου
ή τα πρόσωπα που προσπερνούν δίχως να σε κοιτάζουν.
Εγώ έζησα με την αυγή των ντουφεκιών σου
και θέλω ξανά ο λαός και η μπαρούτη
να τινάξουν τους ντροπιασμένους κλώνους
μέχρι που να πλαντάξει το όνειρο και να ξανασμίξουν
οι χωρισμένοι καρποί της γης.[5]

Ενώ στη συλλογή Memorial de la Isla Negra (1964) θα γράψει:

Ομολογώ.
Εγώ ήμουν
εκεί.
Εγώ ήμουν
και πόνεσα και κρατώ
τη μνήμη
ακόμη και αν δεν υπάρχει κάποιος
να τη θυμάται,
εγώ
είμαι αυτός που θυμάται,
ακόμη και αν δεν μείνουν μάτια στον κόσμο
εγώ θα συνεχίζω να κοιτάζω
και εδώ θα μείνει γραμμένο
εκείνο το αίμα,
εκείνη η αγάπη εδώ θα συνεχίζει να φλέγεται,
δεν υπάρχει λήθη, κύριοι και κυρίες,
και από το πληγωμένο μου στόμα
εκείνα τα στόματα θα συνεχίζουν να τραγουδάνε.[6]

Έτσι, λοιπόν, ο Νερούδα, πέρα από την ποικιλότροπη υλική και ηθική αλληλεγγύη του στη μαχόμενη ισπανική δημοκρατία, τον Σεπτέμβρη του 1936, ένα μόλις μήνα μετά τη δολοφονία του Λόρκα (δολοφονία που θα λειτουργήσει καθοριστικότατα στη μεταστροφή του), θα δημοσιεύσει ανώνυμα [7] στο ισπανικό περιοδικό Mono Azul (εβδομαδιαίο όργανο της «Συμμαχίας των Αντιφασιστών Διανοουμένων για την Υπεράσπιση της Κουλτούρας») το ποίημα «Άσμα για τις μητέρες των νεκρών μαχητών» (το «πρώτο προλεταριακό του ποίημα», όπως το χαρακτήρισε αργότερα ο ίδιος ο Νερούδα), το οποίο θα συμπεριληφθεί στη συλλογή España en el corazón (Ισπανία στην καρδιά).

Το 1937 θα μετακομίσει στο Παρίσι, όπου η αλληλεγγύη του στον ισπανικό λαό θα συνεχιστεί ενεργότερη. Μαζί με τον César Vallejo θα ιδρύσει την «Ισπανοαμερικάνικη ομάδα αλληλεγγύης στην Ισπανία» ενώ θα εκδώσει (με τη Nancy Cunard) και θα διευθύνει τα 6 τεύχη (το πρώτο στα ισπανικά και τα υπόλοιπα στα γαλλικά) του περιοδικού Los poetas del mundo defienden al pueblo español (Οι ποιητές του κόσμου υπερασπίζονται τον ισπανικό λαό). Ο στόχος του περιοδικού δηλώνεται εξαρχής, από το πρώτο τεύχος, με σαφήνεια:

Η Μαδρίτη θα γίνει ο τάφος του Διεθνούς Φασισμού. – Συγγραφείς αγωνιστείτε στην πατρίδα σας ενάντια στους δολοφόνους του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Ζητάμε χρήματα, τρόφιμα, ρούχα και όπλα για την Ισπανική Δημοκρατία. No pasarán!

Στις 20 Φλεβάρη 1937 θα δώσει, στο Παρίσι, διάλεξη για τον Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, που θα δημοσιευτεί λίγο μετά στο περιοδικό Hora de España (τεύχος 3, Μάρτιος 1937). Η διάλεξη, που θα του δημιουργήσει αρκετά προβλήματα με την υπηρεσία του, κλείνει με αυτά τα λόγια:

Θέλησα να φέρω μπροστά σας τη μνήμη του μεγάλου νεκρού συντρόφου μας. Πολλοί ίσως θα περίμεναν από εμένα γαλήνιες ποιητικές λέξεις απομακρυσμένες από τη γη και τον πόλεμο. Η ίδια η λέξη «Ισπανία» φέρνει σε πολλούς ανθρώπους μια τεράστια αγωνία ανάμεικτη με μια βαριά ελπίδα. Δεν θέλησα να μεγαλώσω την αγωνία σας ούτε να θολώσω τις ελπίδες σας, αλλά έχοντας έλθει πρόσφατα από την Ισπανία, εγώ, ένας λατινοαμερικάνος, ισπανός στη ράτσα και στη γλώσσα, δεν θα μπορούσα να μιλήσω παρά για τις συμφορές της. Δεν είμαι πολιτικός και δεν έχω συμμετάσχει ποτέ στην πολιτική διαπάλη, και τα λόγια μου, που κάποιοι θα τα ήθελαν ουδέτερα, είναι βαμμένα από το πάθος. Κατανοείστε με και κατανοείστε ότι εμείς, οι ποιητές της ισπανικής Αμερικής και οι ποιητές τής Ισπανίας δεν θα ξεχάσουμε και ούτε θα συγχωρήσουμε ποτέ τη δολοφονία αυτού που θεωρούμε τον πιο μεγάλο ανάμεσά μας, τον άγγελο, αυτή τη στιγμή, στη γλώσσα μας. Και συγχωρήστε μου το γεγονός ότι από όλους τους πόνους της Ισπανίας, σας θυμίζω μόνο τη ζωή και το θάνατο ενός ποιητή. Είναι επειδή εμείς δεν μπορούμε να ξεχάσουμε ποτέ αυτό το έγκλημα και ούτε να το συγχωρήσουμε. Δεν θα το ξεχάσουμε και δεν θα το συγχωρήσουμε ποτέ. Ποτέ.

Τον Ιούλη του 1937 θα δημοσιευτεί στο περιοδικό Mono Azul το ποίημά του «Es así» («Είναι έτσι») που αργότερα θα μετατιτλιστεί σε «Explico algunas cosas» («Εξηγώ κάποια πράγματα»), ένα από τα πιο διάσημα ποιήματα του Νερούδα, που και αυτό θα συμπεριληφθεί στο España en el corazón. Το ποίημα, σηματοδοτεί το βάθεμα μιας ριζικής στροφής σε σχέση με τo εσωτερικό, κλειστό, μελαγχολικό ύφος των δύο προηγούμενων συλλογών Residencia en la tierra I και II (Διαμονή στη γη Ι και ΙΙ) προς μια ποίηση μαχητική, «ακάθαρτη [8]», τολμηρή και στρατευμένη. Το ποίημα, ένα κείμενο ποιητικής, με μια παραδειγματική για ποίημα σαφήνεια, είναι στην ουσία μια πράξη ομολογίας της βαθιάς μεταστροφής του Νερούδα και το πέρασμά του στην υπηρεσία της «Τρίτης υπόθεσης» (όπως ονόμαζε, ο παρομοίως στα μέσα της δεκαετίας του 1920 «μεταστραφείς» Μπρεχτ, τον κομμoυνισμό), που θα την υπηρετήσει μέχρι το τέλος της ζωής του. Θα συμμετάσχει ενεργότατα και πρωταγωνιστικά στο Διεθνές συνέδριο συγγραφέων για την υπεράσπιση της κουλτούρας, που περνώντας από Βαρκελώνη, Βαλένθια, Μαδρίτη, θα ολοκληρωθεί στο Παρίσι τον Ιούλιο του 1937.

Ο ίδιος θα συνεχίσει τον αγώνα του στην υπεράσπιση της ισπανικής υπόθεσης, τα δυο επόμενα χρόνια, από τη Λατινική Αμερική, ενώ τον Απρίλη του 1939 θα οριστεί πρόξενος της Χιλής στο Παρίσι με αρμοδιότητα τη βοήθεια στους ισπανούς εξόριστους. Παλεύοντας με μύριες αντιξοότητες θα οργανώσει την επιβίβαση στο πλοίο «Winnipeg» περίπου 2.000 ισπανών εξορίστων που θα φτάσουν στο λιμάνι του Βαλπαραΐσο τον Σεπτέμβρη του 1939. Ο ποιητής θα γράψει αργότερα: «ήταν ψαράδες, αγρότες, εργάτες, διανοούμενοι, ένα δείγμα δύναμης, ηρωισμού και δουλειάς. Η ποίησή μου για τον αγώνα τους κατόρθωσε να τους βρει πατρίδα. Ένιωσα περήφανος».
Η συλλογή από την οποία προέρχονται τα εδώ μεταφρασμένα ποιήματα κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τον Νοέμβρη του 1937 στο Σαντιάγο της Χιλής από τις εκδόσεις Ercilla σε 2.000 αντίτυπα, με τη σημείωση στο τέλος: «Αυτό το βιβλίο ξεκίνησε στη Μαδρίτη, συνεχίστηκε στο Παρίσι και στη θάλασσα, 1937». Σε δυο μόλις μήνες, τον Γενάρη του 1938, θα γνωρίσει τη δεύτερη έκδοσή του σε 4.800 αντίτυπα (για να ακολουθήσουν μέσα στο 1938 άλλες δύο εκδόσεις ενώ τον Απρίλη της ίδιας χρονιάς θα μεταφραστεί στα γαλλικά από τον Louis Parrot με πρόλογο του Louis Aragón) έχοντας έναν τεράστιο πολιτικό και ποιητικό αντίκτυπο σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική, και όχι μόνο. Ο νεαρός τότε (24 χρονών) Octavio Paz [9] θα γράψει σε κείμενό του με τίτλο «Pablo Neruda en el corazón» («Ο Πάμπλο Νερούδα στην καρδιά») στο μεξικάνικο περιοδικό Ruta (τχ. 4, 15 Σεπτέμβρη 1938):

Αυτό δεν είναι πολιτική. Όχι, χίλιες φορές όχι. Η Ισπανία δεν είναι μια «πολιτική υπόθεση»: ας σιωπήσουν όλοι οι πολιτικοί, αφού εδώ στην καρδιά μας δεν υπάρχει τίποτε άλλο από τον άνθρωπο, τον άνθρωπο μόνο, σε έσχατη και οριστική μοναξιά. Για τους ποιητές η Ισπανία δεν είναι μόνο η ιστορική και γεωγραφική σκηνή της μεγάλης παγκόσμιας διαπάλης, αλλά ο αιμορραγών τόπος, όπου αγγίζοντας το δικό μας, αυτό που εμείς και οι γονείς μας έκαναν, εγκαταλελειμμένο στην τύχη του, αγγίζουμε όλο αυτό που όλοι οι άνθρωποι έκαναν. Όχι μόνο με έναν συμβολικό και μεταφορικό τρόπο, αλλά εξ αντιθέτου, βαθύτατα πραγματικά και αληθινά. Γι αυτό και το η Ισπανία στην καρδιά και όχι σε ψευδόμενα ή πουριτανικά χείλη ή στην εχθρική συκοφαντία. Η Ισπανία από μέσα, μέσα από αυτό που αρδεύει και βοηθά τη ζωή. Γι αυτό, επειδή η Ισπανία δεν είναι κάτι τυχαίο αλλά ουσία, ένταση και όχι επεισόδιο, η ποίηση του Νερούδα ξεπερνάει την απλή αναφορά και το ανεκδοτικό και μας πληγώνει και πληγώνει εκεί που οι φωνές αντηχούν τρομερές και σε όλους τους αιώνες: στην καρδιά.[10]

Στη φλεγόμενη Ισπανία θα κυκλοφορήσει σε 500 αντίτυπα στις 7 Νοέμβρη 1938, μια έκδοση καμωμένη σε ένα παμπάλαιο τυπογραφείο στο ιστορικό μοναστήρι της Montserrat, κάπου 60 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Βαρκελώνης, σχεδόν δίπλα στο μέτωπο, από τον «Στρατό της Δύσης», με τη φροντίδα του στενού φίλου του Νερούδα και μεγάλου Ισπανού ποιητή Μανουέλ Αλτολαγκίρε, και ξεκινάει με τη σημείωση:

Ο μεγάλος ποιητής Πάμπλο Νερούδα, (η πιο βαθιά φωνή της Αμερικής από τον καιρό του Ρουμπέν Νταρίο, όπως είπε ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα), έζησε μαζί μας τους πρώτους μήνες αυτού του πολέμου. Στη συνέχεια στη θάλασσα, σαν από μια εξορία, έγραψε τα ποιήματα του παρόντος βιβλίου. Το κομισαριάτο του Στρατού της Δύσης το ξανατυπώνει στην Ισπανία. Είναι στρατιώτες της Δημοκρατίας αυτοί που φτιάξανε το χαρτί, στοιχειοθέτησαν το κείμενο και κίνησαν τις τυπογραφικές μηχανές. Ας είναι αυτή η σημείωση μια αφιέρωση στον ποιητή.

Θα προλάβει να γνωρίσει στην Ισπανία μια δεύτερη έκδοση σε 1.500 αντίτυπα στις 10 Γενάρη του 1939 (υπό τις ίδιες εκδοτικές συνθήκες), ενώ λίγες μέρες αργότερα, στις 26 Γενάρη η Βαρκελώνη πέφτει στα χέρια των φασιστών, με τη «σημείωση του συγγραφέα» στο τέλος ότι η συλλογή (με κάποιες μικρές αλλαγές) αποτελεί μέρος του τρίτου τόμου τού Residencia en la tierra. Από αυτήν τη δεύτερη ιστορική ισπανική έκδοση του 1939 (από την οποία σώζονται ελαχιστότατα αντίτυπα) έγινε και η μετάφραση των ποιημάτων που ακολουθούν. Ο λόγος γι̕ αυτήν την πρόκριση (αντί π.χ. της μετάφρασης από την πρώτη χιλιάνικη ή από τις μεταγενέστερες εκδόσεις) συνάγεται εύκολα, αν διαβάσει κανείς το επόμενο απόσπασμα από την αυτοβιογραφία του Νερούδα, απόσπασμα που είναι και η –τυλιγμένη, σίγουρα, στον θρύλο– «βιογραφία» της συλλογής:

Πέρασε ο καιρός. Ο πόλεμος άρχιζε να χάνεται. Οι ποιητές συντρόφευαν τον ισπανικό λαό στον αγώνα του. Ο Φεντερίκο ήδη είχε δολοφονηθεί στη Γρανάδα. Ο Μιγκέλ Χερνάντεθ από βοσκός γιδιών είχε μεταμορφωθεί σε στρατευμένο ρήμα. Με τη στολή του στρατιώτη απήγγειλε τους στίχους του στην πρώτη γραμμή του πυρός. Ο Μανουέλ Αλτολαγκίρε συνέχιζε με τις τυπογραφίες του. Εγκατέστησε μία καταμεσής στο δυτικό μέτωπο, κοντά στη Χερόνα, σε ένα παλιό μοναστήρι. Εκεί εκδόθηκε με έναν μοναδικό τρόπο το βιβλίο μου Ισπανία στην καρδιά. Νομίζω ότι λίγα βιβλία, στη μυστήρια ιστορία τόσων βιβλίων, είχαν τόσο περίεργη γέννηση και μοίρα.

Οι στρατιώτες τού μετώπου έμαθαν να χειρίζονται τα τυπογραφικά στοιχεία. Αλλά τότες τους έλειψε το χαρτί. Βρήκαν έναν παλιό μύλο και αποφάσισαν να το φτιάξουν εκεί. Περίεργο μείγμα αυτό που βγήκε, ανάμεσα στις βόμβες που πέφτανε, καταμεσής στη μάχη. Ρίχνανε τα πάντα στον μύλο, από μια εχθρική σημαία μέχρι την αιματοβαμμένη χλαμύδα ενός μαυριτανού στρατιώτη. Παρά τα ασυνήθιστα υλικά και την απόλυτη απειρία των κατασκευαστών το χαρτί βγήκε όμορφο. Τα ελάχιστα αντίτυπα που ακόμη διατηρούνται από αυτό το βιβλίο εκπλήσσουν για την τυπογραφία και για τις σελίδες αυτής της μυστήριας μανιφακτούρας. Χρόνια μετά είδα ένα αντίτυπο αυτής της έκδοσης στην Ουάσιγκτον, στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, τοποθετημένο σε βιτρίνα, σαν ένα από τα πιο περίεργα βιβλία αυτού του κόσμου.

Μόλις τυπωμένο και βιβλιοδετημένο το βιβλίο μου, ήρθε η ήττα της Δημοκρατίας. Εκατοντάδες χιλιάδες φυγάδες πλημμύρισαν τους δρόμους που οδηγούσαν έξω από την Ισπανία. Ήταν η Έξοδος των Ισπανών, το πιο θλιβερό γεγονός στην ιστορία της Ισπανίας.
Με αυτά τα καραβάνια ανθρώπων που παίρνανε τον δρόμο της εξορίας ήταν και οι επιζήσαντες από τον στρατό του Δυτικού Μετώπου, και ανάμεσά τους και ο Μανουέλ Αλτολαγκίρε και οι στρατιώτες που φτιάξανε το χαρτί και τύπωσαν το Ισπανία στην καρδιά.
Το βιβλίο μου ήταν το καμάρι αυτών των ανθρώπων που εργάστηκαν πάνω στην ποίησή μου σε μια μονομαχία με το θάνατο. Ήξερα ότι πολλοί από αυτούς είχαν προτιμήσει να κουβαλήσουν μαζί τους τα τυπωμένα αντίτυπα παρά τα τρόφιμά τους ή τα ρούχα τους. Με τους σάκους στους ώμους των πήραν τον μακρύ δρόμο για τη Γαλλία.
Η τεράστια ανθρώπινη αλυσίδα που προχωρούσε προς την εξορία βομβαρδίστηκε εκατοντάδες φορές. Πέσανε πολλοί στρατιώτες και τα βιβλία που κουβαλούσανε σκόρπισαν στο δρόμο. Άλλοι συνέχισαν την ατέλειωτη πορεία. Λίγο πιο πέρα στα σύνορα συμπεριφέρθηκαν βάρβαρα στους Ισπανούς που περνούσαν στην εξορία. Σε μια πυρά καταστράφηκαν και τα τελευταία αντίτυπα εκείνου του φλεγόμενου βιβλίου που γεννήθηκε και πέθανε μέσα στη μάχη.[11]

 

Αυτά, λοιπόν, για την ιστορία αυτού του «φλεγόμενου» βιβλίου που «γεννήθηκε και πέθανε μέσα στη μάχη». Μαζί με την ακροτελεύτια, συμπληρωματική παρατήρηση ότι η συλλογή, γραμμένη μέσα στις φλόγες και τις στάχτες του Ισπανικού Εμφυλίου, επιβεβαιώνει με τη σειρά της τη διαπίστωση που κάναμε στην αρχή, ότι ο Πάμπλο Νερούδα είναι ο οικουμενικότερος ποιητής του 20ου αιώνα στο Δυτικό ημισφαίριο. Τους ποιητές του Ανατολικού δεν τους γνωρίζω.

 

—————————————————————————————————————————–

 

[1] «Σταλινισμός» που δεν εμπόδισε βέβαια τη Σουηδική Ακαδημία να του απονείμει το Βραβείο Νόμπελ το 1971 (μεσημβριούντος δηλαδή, του Ψυχρού πολέμου) και να γίνει έτσι ο μοναδικός παγκόσμια ποιητής που τιμήθηκε και με το Βραβείο Νόμπελ και με το Βραβείο Στάλιν για την ειρήνη (1953). Να σημειώσουμε εδώ ότι την επόμενη χρονιά το Βραβείο Στάλιν (που μετά το 1956 μετονομάστηκε σε βραβείο Λένιν) απονεμήθηκε (και) στον Μπέρτολτ Μπρεχτ.

[2] Ο Δυτικός κανόνας. Τα βιβλία και τα σχολεία των εποχών, (μτφρ. Κ. Ταβαρτζόγλου, εισ.-επιμ. Δ. Αρμάος), Αθήνα 2007, Gutenberg, σ. 584.

[3] Η μετάθεση έγινε λόγω ενός διπλωματικού επεισοδίου όταν διέρρευσε ένα παλαιότερο κείμενο της ποιήτριας, όπου η ίδια εκφράζονταν σχετλιαστικά για την Ισπανία και τους Ισπανούς.

[4] Στη δεύτερή του Residencia en la tierra (Διαμονή στη γη: ποιητική συλλογή που εκδόθηκε το 1935 στη Μαδρίτη) ο Νερούδα θα του αφιερώσει μια διθυραμβική ωδή («Oda a Federico García Lorca»), που, μετά τη δολοφονία του Λόρκα, θα γινόταν διάσημη και ξεκινούσε με αυτούς τους στίχους:

Αν μπορούσα να κλάψω από φόβο σε ένα μοναχικό σπίτι,
αν μπορούσα να μου βγάλω τα μάτια και να τα φάω,
θα το έκανα για τη φωνή σου της πένθιμης πορτοκαλιάς
και για την ποίησή σου που βγαίνει κραυγάζοντας.

Pablo Neruda, Obras completas I, Μπουένος Άιρες 1968, 3η έκδοση, Losada, σ. 240.

[5] Pablo Neruda, Obras completas I, ό. π., σ. 702.

[6] Obras completas II, ό. π., σ. 559-560.

[7] Το ποίημα δημοσιεύτηκε στο 5ο τεύχος του περιοδικού (24 Σεπτέμβρη 1936) με την εισαγωγική παρατήρηση: «Αυτό το ποίημα είναι από την πένα ενός μεγάλου ποιητή, του οποίου το όνομα η σύνταξη του EL MONO AZUL θεωρεί σκόπιμο να μην αποκαλύψει για την ώρα».

[8] Το επίθετο για να παραπέμψει στο εναρκτήριο προγραμματικό κείμενο του Νερούδα «Sobre una poesía sin pureza» («Για μια ποίηση χωρίς καθαρότητα»), σαφή αντιθετική αντίστιξη στην «καθαρή» ποίηση, και στην ποίηση του μεγάλου ισπανού ποιητή, εκείνου του καιρού, Χουάν Ραμόν Χιμένεθ, από το πρώτο τεύχος (Οκτώβρης 1935) του περιοδικού Caballo verde para la poesία (Πράσινο άλογο για την ποίηση) που εξέδιδε (για 4 τεύχη) ο Νερούδα στη Μαδρίτη με τη συνεργασία του Μανουέλ Αλτολαγκίρε και της Κόντσα Μέντεθ, όπου στην τρίτη και τέταρτη παράγραφο του κειμένου (σ. 7) ο Νερούδα θα διεκδικήσει: «μια ποίηση ξοδεμένη σαν ένα οξύ στις κινήσεις του χεριού, μουσκεμένη από τον ιδρώτα και τον καπνό, που να μυρίζει αλεύρι και κρίνο, πασαλειμμένη από τις ποικίλες δουλειές που ασκούνται εντός και εκτός του νόμου.

Μια ποίηση χωρίς καθαρότητα σαν ένα ρούχο, σαν ένα σώμα, σαν λεκέδες από φαγητό και ντροπιαστικές πράξεις, με ρυτίδες, παρατηρήσεις, όνειρα, ξαγρύπνια, προφητείες, ομολογίες αγάπης και μίσους, θηρία, τινάγματα, ειδύλλια, πολιτικές απόψεις, αρνήσεις, αμφιβολίες, καταφάσεις, φόρους». Να πούμε εδώ ότι στο ίδιο περιοδικό στο τεύχος 3 (Δεκέμβρης 1935) δημοσιεύτηκε και το κείμενο του Νερούδα «Conducta y poesía» («Συμπεριφορά και ποίηση») απ̕ όπου και το πρώτο μότο στο κείμενό μας.

[9] Ο οποίος, δύο χρόνια πριν, τον Σεπτέμβρη του 1936, είχε εκδώσει στο Μεξικό, από τον εκδοτικό oίκο Simbad, την ολιγοσέλιδη ποιητική του συλλογή ¡No pasarán! σε 3.500 (!) αντίτυπα (που μαζί με το «Oda a España» και «Elegía a un compañero caído en el frente de Aragón» – «Ελεγεία σε έναν σύντροφο που έπεσε στο μέτωπο της Αραγωνίας», πάλι με ισπανικό «θέμα», συνιστούν τα λιγοστά «στρατευμένα» ποιήματά του), ενώ τον επόμενο χρόνο θα συμμετάσχει, στην Ισπανία, στο Συνέδριο των Συγγραφέων για την υπεράσπιση της κουλτούρας.

[10] Όπως παρατίθεται στο David Schidlowsky, Neruda y su tiempo: Las furias y las penas, (Ο Νερούδα και η εποχή του: Οι θυμοί και οι λύπες), τόμος Ι, Santiago de Chile 2008, εκδ. RIL, σ. 356-357. Η δεύτερη πρόταση του τίτλου από ποιητική συλλογή με τον ίδιο τίτλο (δάνειο από ένα ποίημα του μεγάλου Ισπανού ποιητή του 17ου αιώνα Φρανθίσκο Κεβέδο: στην καρδιά μου υπάρχουν θυμοί και λύπες) του Νερούδα που κυκλοφόρησε το 1939, συλλογή από την οποία (και συγκεκριμένα από την εισαγωγική της σημείωση) δανειστήκαμε το δεύτερο μότο του παρόντος κειμένου.

[11] Pablo Neruda, Confieso que he vivido. Memorias, [Ομολογώ ότι έχω ζήσει. Μνήμες] Μπουένος Άιρες 1974 (2η έκδοση), Losada, σ. 170-171.

 

του Βασίλη Αλεξίου

 

 

Ολόκληρο το Αφιέρωμα στον Ισπανικό Εμφύλιο, στον παρακάτω σύνδεσμο:

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ