Scroll Top

Όσα δεν Ειπώθηκαν | συζήτηση με την Άννα Βερροιοπούλου

fgfd

Όσα δεν Ειπώθηκαν
της Τερέσα Γουίλμς Μοντ
εκδόσεις Απόπειρα
συζήτηση με την μεταφράστρια
Άννα Βερροιοπούλου

 

 

Β.Μ: Σύστησέ μας την άγνωστη στο Ελληνικό κοινό Τερέσα Γουίλμς Μοντ.

Η Τερέσα Γουίλμς Μοντ ήταν μια ξεχωριστή περίπτωση γυναίκας. Γεννήθηκε τα τέλη του 19ου αιώνα στη Χιλή (1893) σε μια μεγαλοαστική οικογένεια, σε μια πατριαρχική κοινωνία. Οικογένεια και κοινωνία δεν συγχωρέσαν τον αντισυμβατικό της χαρακτήρα, την αγάπη της για τη λογοτεχνία. Στο πατρικό της, για παράδειγμα, της απαγόρευαν να διαβάζει τα βιβλία της βιβλιοθήκης, και τα διάβαζε κρυφά, μανιωδώς, προς μεγάλη απογοήτευση όλων. Ως κοπέλα της αριστοκρατίας είχε λάβει την απαραίτητη μόνο μόρφωση που θα την έκαναν μια σωστή σύζυγο, σε έναν κόσμο όπου η πνευματικότητα ήταν σχεδόν εξολοκλήρου αντρικό προνόμιο. Εντούτοις η Τερέσα, ενώπιον αυτής της αδικίας, όχι μόνο γράφει από πολύ μικρή, αλλά σηκώνει τα γραπτά της σαν παντιέρα καταγγέλλοντας τη θέση της γυναίκας:

«Είμαι η Τερέσα Γουίλμς Μοντ και είμαι ακατάλληλη για δεσποινίδες»

Σκοτώνει τον «Άγγελο του σπιτιού», όπως έλεγε η Βιτρζίνια Γουλφ, και γράφει μακριά από προκαταλήψεις, με αφοπλιστική-γυμνή ειλικρίνεια, επαναστατημένη μπροστά σε κάθε συμβατικότητα:

«Είμαι εγώ, αναστατωτικά γυμνή, επαναστατημένη ενάντια στο κατεστημένο, μεγάλη ανάμεσα στο μικρό, μικρή ενώπιον του απείρου. .. Είμαι εγώ…».

Το τίμημα ήταν μεγάλο, η ζωή της ήταν τραγική και σύντομη, στα 28 της ήταν άλλη μια γυναίκα-συγγραφέας αυτόχειρας. Το έργο της ξεχάστηκε για σχεδόν έναν αιώνα, όμως την τελευταία δεκαετία η Τερέσα Γουίλμς Μοντ έχει αναγεννηθεί και θεωρείται μια εμβληματική ποιήτρια, μια πρόδρομος του φεμινισμού, τόσο για την τραγικότητα της ζωής της, όσο για την καταγγελία της υποκρισίας της κοινωνίας και την απάρνηση των προνομίων της αριστοκρατίας.

Η ζωή της ήταν σαν την ποίησή της: θυελλώδης. Στα δεκαεπτά της πάει κόντρα στην οικογένειά της και παντρεύεται έναν μεγαλύτερο άντρα, της επιλογής της, με την ελπίδα ότι θα ξεφύγει από τον ασφυχτικό κλοιό του οικογενειακού συντηρητισμού, ότι έχει βρει έναν σύντροφο με τον οποίο θα είναι ελεύθερη να μοιραστεί τις πνευματικές της ανησυχίες. Αλίμονο. Ούτε αυτός συγχωρεί την ελευθεριότητά της, τις επαφές με το λογοτεχνικό χώρο και τον αναρχισμό. Σε συνεννόηση με τους γονείς της, της παίρνουν τα δυο μικρά παιδιά της, την κλείνουν σε αυστηρό καθολικό μοναστήρι και της απαγορεύουν να ξαναδεί τις κόρες της. Ο ποιητής Βισέντε Ουιδόμπρο (συνομήλικος της Τερέσα, του οποίου αντιθέτως το ποιητικό ταλέντο βρήκε μεγάλη υποστήριξη από την οικογένειά του και είχε εκδώσει από νωρίς τις πρώτες του ποιητικές συλλογές) τη βοηθά να δραπετεύσει και τη φυγαδεύει στην Αργεντινή. Στο Μπουένος Άιρες, μια πόλη κοσμοπολίτικη που αγκάλιαζε τους νεωτερισμούς στην τέχνη, μπόρεσε να εκδώσει τις πρώτες της συλλογές. Και εκεί όμως ξεκινά μια νέα οδύσσεια για την Τερέσα. Πρέπει να πούμε ότι ήταν μια γυναίκα πανέμορφη, ο ορισμός της femme fatale. Ο Ραμόν Γκόμεθ ντε λα Σέρνα έλεγε ότι «Η Τερέσα ντε λα Κρους [ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε στην Ισπανία] δεν ξέρει τι να κάνει με την ομορφιά της» και ο Ενρίκε Γκόμεθ Καρίγιο ότι «Υπέφερε από την κατάρα της ομορφιάς της». Σέρνοντας λοιπόν αυτή την «κατάρα», που οδήγησε έναν νεαρό εραστή να αυτοκτονήσει μπροστά της, και το μαρτύριο του αποχωρισμού της από τις κόρες της, πλανιέται από χώρα σε χώρα: ΗΠΑ (όπου από λάθος τη συλλαμβάνουν για Γερμανίδα πράκτορα), Λονδίνο, Λίβερπουλ, Μαδρίτη. Εκεί συγκλονίζει με το έργο της, την αντισυμβατικότητά της και τη μυθική της ομορφιά τους λογοτεχνικούς κύκλους και τους μεγάλους συγγραφείς και καλλιτέχνες της εποχής. Ο Βάγιε-Ινκλάν προλογίζει τη συλλογή της «Ανουαρί» και ο Χουάν Ραμόν Χιμένεθ, ο οποίος δεν την είχε γνωρίσει ποτέ από κοντά, εξυμνεί την ποίησή της. Παρά τις συγγραφικές της επιτυχίες, η μελαγχολία της είναι μεγάλη και βρίσκει διέξοδο στα ναρκωτικά, κιφ, κοκαΐνη, μορφίνη, όπιο. Το τέλος έρχεται στο Παρίσι το 1921, όπου αφού ξαναβρίσκει για κάμποσους μήνες κρυφά τις κόρες της, αναγκάζεται για άλλη μια φορά να τις αποχωριστεί. Ο πόνος δυσβάσταχτος. Λίγες μέρες μετά μια μεγάλη δόση υπνωτικών ήταν ο επίλογος της ζωής αυτής της τολμηρής, ειλικρινούς, υπερευαίσθητης ποιήτριας. Λίγο πριν δώσει τέλος στη ζωή της έγραψε:

«Τίποτα δεν έχω, τίποτα δεν αφήνω, τίποτα δε ζητώ. Γυμνή όπως γεννήθηκα φεύγω, ανήξερη για όσα στον κόσμο υπήρχαν.»
(Όσα δεν ειπώθηκαν)

Β.Μ: Ποιο είναι εκείνο ή εκείνα τα χαρακτηριστικά που την καθιστούν τόσο σπουδαία ποιήτρια και συγγραφέα; Τι θεματολογία επιλέγει για τα έργα της και σε ποια εποχή τα γράφει;

Τα θέματά της είναι ο έρωτας, η καλοσύνη, η μοναξιά, η απόρριψη, η αναζήτηση, ο θάνατος, ο πόνος, η υποκρισία, που όλα πάντα καταλήγουν (ή επιστρέφουν) στην αγάπη.

Θα αφήσω όμως καλύτερα τον Χουάν Ραμόν Χιμένεθ να μιλήσει για το έργο της. Παραθέτω απόσπασμα από ένα γράμμα του μεγάλου αυτού ποιητή στη νεκρή Τερέσα Γουίλμς Μοντ, όταν διάβασε το «Όσα δεν ειπώθηκαν» χρόνια μετά το θάνατό της:

« …λαχταρούσες το υπέρτατο… η αυθεντικότητα της έκφρασής σου συναντά το πιο διαυγές συναίσθημα ενός καινούριου μυστικισμού• μια αγάπη τόσο βαθιά διαφορετική από τις άλλες, καμωμένη από συστατικά αλλιώτικα, ανάμεσα σε πράγματα άλλα. Μας δίνεις κάτι που δεν είναι σύνηθες, αλλά που μπορεί να γίνει μιας κι εσύ το αγγίζεις. Οι δρόμοι σου είναι άλλοι, και δεν πολλοί, είναι ένας, από τη στιγμή που πατάς το πόδι σου σ΄ αυτούς, μυστικίστρια εσύ, διαφορετική από όλες τις μυστικίστριες και μυστικιστές, μυστικισμός ασύλληπτης αγάπης και πόνου, με τη σκέψη σου γεμάτη αποστάσεις, εύκολο πλησίασμα του απρόσιτου δύσκολου».

Κι εκεί νομίζω βρίσκεται η σπουδαιότητα της Τερέσα Γουίλμς Μοντ, μιλά για το συναίσθημα με έναν καινούριο τρόπο, που ταυτόχρονα είναι τόσο αρχέγονος, ώστε όλοι τον αναγνωρίζουμε, ο πόνος της, η αγάπη της εκφράζονται στο έργο της με μια γλώσσα μυστικιστική, εναγκαλίζονται με μια ιερή απεραντοσύνη, αλλά ταυτόχρονα μας την κάνει τόσο χειροπιαστή που μπορούμε να την αγγίξουμε. Το έργο της είναι πέρα από τις λέξεις, γιατί δεν είναι άλλο από τη γνησιότητα, την ειλικρίνεια και το βάθος των συναισθημάτων της, είναι τα ίδια της τα συναισθήματα.

Β.Μ: Έχουμε καθόλου στοιχεία για το τι επιρροή άσκησε στα γράμματα και στην κοινωνία της εποχής, το ρωτώ γιατί αρκετοί λογοτέχνες της εποχής (όπως ο Βάγιε-Ινκλάν) μιλούν κολακευτικά γι’ αυτήν;

Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε πολλά στοιχεία για την επιρροή της στα γράμματα. Ουσιαστικά, με λίγες εξαιρέσεις, μόνο τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει να μελετούν σε βάθος το έργο και τη βιογραφία της. Η Τερέσα Γουίλμς Μοντ με την αντιδραστικότητά της, τα παθιασμένα της γραπτά και την ασυνήθιστη ομορφιά πέρασε σαν κομήτης στη σύντομη ζωή της, σαρώνοντας τα ανδροκρατούμενα λογοτεχνικά σαλόνια της εποχής της. Στη Μαδρίτη ήταν συνήθως η μόνη γυναίκα στην παρέα των διανοούμενων που σύχναζαν στα καφέ. Ζωγράφοι και συγγραφείς, όπως ο Βάγιε-Ινκλάν, τη θεωρούσαν μούσα τους. Ξέρουμε ότι θαύμαζαν το έργο της για την πρωτοτυπία, την ευφυία και μιλούν για «ενδοσκοπικό υποκειμενισμό, για εξαίσια συναισθηματική ευαισθησία, για το υψηλό επίπεδο γραφής της συγκριτικά με Γαλλίδες συγγραφείς της εποχής, κ.α.» Ωστόσο, κάτω από τη χαίτη της λέαινας έκρυβε την καρδιά μιας ερημίτισσας, όπως έγραφε η ίδια για τον εαυτό της. Μπορεί να βρισκόταν εκεί παρέα με όλη την ελίτ της ισπανικής διανόησης, αλλά την ίδια στιγμή βρισκόταν κάπου αλλού, απόμακρη, ζώντας σε έρημο τόπο. Έτσι νομίζω ότι ήταν και το έργο της, ήταν συνταρακτικό και αφοπλιστικό, αλλά ταυτόχρονα ανήκε σε μια άλλη σφαίρα. Και το γεγονός ότι ήταν γυναίκα συγγραφέας, ίσως δεν της επέτρεψε να αφήσει εκείνη την εποχή κάποιο αποτύπωμα, τουλάχιστον φανερό. Ο Γκόμεθ Καρίγιο έγραψε γι΄ αυτή ότι «αν ήταν άντρας και είχε γένια θα αποτελούσε μέλος κάθε Ακαδημίας με όλες τις τιμές». Και η Τερέσα δήλωνε «Είμαι η διάνοια του τίποτα», και μόνο τώρα, εκατό χρόνια μετά, φαίνεται πως ήρθε επιτέλους η στιγμή της αναγνώρισης του έργου αυτής της μεγάλης εξόριστης της χιλιανής λογοτεχνίας.

 

Β.Μ: Πες μας δυο λόγια για τα Όσα δεν Ειπώθηκαν αλλά και το πλαίσιο στο οποίο γράφτηκαν; Που έγκειται η σπουδαιότητα του έργου;

Το «Όσα δεν ειπώθηκαν» είναι μια ανθολογία από κείμενα ανέκδοτα αλλά και γνωστά της συγγραφέως, που συγκέντρωσαν και εξέδωσαν οι φίλοι της το 1922 αμέσως μετά το θάνατό της. Περιέχει τα εξής έργα, που είναι όλα αυτοβιογραφικά.

Τις «Σελίδες ημερολογίου», συγκλονιστικά αποσπάσματα από τα ποιητικά της ημερολόγια, γραμμένα την περίοδο της περιπλάνησής της ως και λίγο πριν το θάνατό της.

«Με τα χέρια ενωμένα», μια ελεγεία σε πρόζα που έγραψε όταν πληροφορήθηκε το θάνατο της μητέρας της με την οποία είχε αποξενωθεί. Είναι ο συγκινητικός μονόλογος μιας κόρης που έχει βιώσει την παντοτινή απόρριψη από τη μητέρα, όπου ξεδιπλώνεται όλο το φάσμα των συναισθημάτων: αγάπη, πικρία, ενοχή, πόθος για συμφιλίωση.

«Τρία άσματα», το οποίο είχε κυκλοφορήσει το 1917 ως ανεξάρτητη συλλογή, σημειώνοντας επιτυχία. Το πεζό αυτό ποίημα αναπτύσσεται σε τρία μέρη, θυμίζοντας σονάτα με μοτίβο το tempus fugit.

Το «Ημερολόγιο της Σύλβιας», σημειώσεις για μια αυτοβιογραφική νουβέλα, ποιητική πρόζα με έντονο λυρισμό, γεμάτη δυνατές μεταφορές και εικόνες διαλογισμού. Αποτελείται από αποσπασματικές σκηνές που συνοψίζουν με χρονολογική σειρά τη ζωή της: τα παιδικά χρόνια, τον έρωτά της με τον άντρα της (με μια από τις πιο ερωτικές σκηνές του έργου της), την εγκατάλειψή της, στιγμιότυπα με τις κόρες της, σκηνές από το μοναστήρι στερημένη πλέον από τα πάντα. Η συγγραφέας εδώ «κρύβεται» πίσω από το όνομα της δεύτερης κόρης της, Σύλβια.

Και τέλος, το καθηλωτικό «Στην αταραξία του μαρμάρου», το οποίο είχε κυκλοφορήσει το 1918 και είχε γραφτεί δύο μήνες μετά το θάνατο του νεαρού εραστή της που αυτοκτόνησε μπροστά στα μάτια της. Αναφέρεται σ΄ αυτόν με το ψευδώνυμο «Ανουαρί». Πρόκειται για πεζά ποιήματα, το οποία μπορούν να διαβαστούν ως ερωτικές επιστολές ή προσευχή στον αγαπημένο. Θεωρείται «Μια ερωτική λιτανεία πόνου και αυθορμητισμού… το σημαντικότερο έργο της συγγραφέως».

«Ανουαρί. Οι άνθρωποι θα με νόμιζαν τρελή, αν με έβλεπαν να τριγυρνώ στα μνήματα, σαν μοναχικό τσακάλι, που για ειρωνεία της τύχης έχει βελούδινη ψυχή.»

Πέραν της λογοτεχνικής της αξίας και της ομορφιάς της, η συλλογή «Όσα δεν ειπώθηκαν», λόγω του αυτοβιογραφικού χαρακτήρα των κειμένων και της γυμνότητας των συναισθημάτων που εκφράζονται, έχει τη δύναμη μιας συναρπαστικής μαρτυρίας. Μπορεί οι κριτικοί να διαφωνούν ως προς την καινοτομία του έργου της, ωστόσο αναμφισβήτητη είναι η αυθεντικότητά του: η Τερέσα Γουίλμς Μοντ μοιράζεται μαζί μας με γενναιοδωρία την ψυχή της σε μια γνήσια κατάθεση ψυχής.

 

Β.Μ: Αλήθεια πως ανακάλυψες την Τερέσα Γουίλμς Μοντ και το Όσα δεν Ειπώθηκαν; Αυτή η «μανία» σου, της ανακάλυψης, μας προσφέρει σπουδαία έργα όπως και τις Αναμνήσεις μιας Νεκρής της Μαρία Λουίσα Μπομπάλ!

Μια από τις επιθυμίες μου είναι, μέσα από τα βιβλία που επιλέγω να μεταφράσω, να εξοφλήσουμε, έστω και λίγο, το χρέος που ως κοινωνία και αναγνώστες έχουμε σε κάποιους-κάποιες συγγραφείς. Έτσι έγινε και με τον Αντόνιο Ντι Μπενεντέτο (πολλοί θυμάμαι τον μπέρδευαν αρχικά με τον διάσημο Μάριο Μπενεντέτι), που παρά τα αριστουργηματικά του έργα ήταν ένας συγγραφέας ουσιαστικά παραγνωρισμένος στη χώρα του, επειδή έγραφε μακριά από τα φώτα του Μπουένος Άιρες. Έτσι το έβαλα πείσμα να τον γνωρίσω στη μικρή μας χώρα με τη μεγάλη αγάπη για τα βιβλία. Φαντάσου, όταν βγάλαμε τους «Αυτόχειρες» στα ελληνικά με τις εκδόσεις Απόπειρα, τα μυθιστορήματά του δεν είχαν μεταφραστεί στα αγγλικά. Και να που ήρθαν έτσι τα πράγματα και λίγα χρόνια αργότερα το «Σάμα» μεταφράστηκε στις ΗΠΑ. Έτσι, με τη δύναμη της αγγλικής γλώσσας, η παγκόσμια λογοτεχνική κοινότητα άρχισε να μιλά για τον ξεχασμένο αυτόν γίγαντα και το μεγαλύτερο αμερικανικό μυθιστόρημα. Παρόμοια αίσθηση έκανε και στην Ελλάδα. Ένιωσα τότε, πώς να το πω, σαν μια αγαλλίαση, που το έργο του, μετά από τόσες δεκαετίες λησμονημένο, πήρε επιτέλους τη θέση που του άξιζε.

Όσον αφορά τώρα την Μπομπάλ και την Γουίλμς Μοντ, μαγεύτηκα, συνταράχτηκα από το έργο τους και συγκινήθηκα από την προσωπική τους ιστορία. Η ζωή τους ήταν γεμάτη βάσανα μόνο και μόνο επειδή ήθελαν να γίνουν συγγραφείς και να ζήσουν μια ζωή αντισυμβατική, δηλαδή απλώς να έχουν μερίδιο από τα προνόμια των αντρών. Δεν ήταν ασυνήθιστο γυναίκες συγγραφείς των αρχών του εικοστού αιώνα να οδηγούνται στην αυτοκτονία. Αυτές οι γυναίκες, με το εκπληκτικό ταλέντο και τη γυναικεία ματιά στα έργα τους, δεν είχαν, όπως τόνιζε η Βιρτζίνια Γουλφ, «Ένα δικό τους δωμάτιο» για να γράψουν και να στοχαστούν. Όλη η κοινωνία στεκόταν εμπόδιο στη δημιουργικότητά τους. Δεν είναι τυχαίο ότι την Τερέσα την «ανακάλυψα» μέσω ενός άντρα, του διάσημου Χιλιανού ποιητή Ουιδόμπρο. Τότε γεμάτη περιέργεια άρχισα να ψάχνω τα γραπτά της, τα οποία σε συνδυασμό με την ιστορία της με έκαναν να ανατριχιάσω. Με έκπληξη επίσης ανακάλυψα ότι είχε την ίδια καταγωγή με την Μπομπάλ, την πόλη Viña del Mar της Χιλής. Η Τερέσα είχε γεννηθεί 17 χρόνια νωρίτερα και δεν νομίζω ότι γνωρίζονταν, παρόλο που υπάρχουν κοινά στο έργο τους και στη ζωή τους. Όλα αυτά, όπως καταλαβαίνετε, μου γέννησαν την επιθυμία να την μεταφράσω. Όπως και να ‘χει, το σημαντικό είναι ότι τα τελευταία χρόνια η Τερέσα Γουίλμς Μοντ έχει την αναγνώριση που της άξιζε. Εξίσου σημαντικό είναι να ακουστεί η ιστορία της, δεδομένου ότι ακόμα και στον 21ο αιώνα η θέση της γυναίκας δεν έχει αλλάξει και τόσο όσο θα θέλαμε.

Θέλω εδώ να πω ότι για τα δύο αυτά βιβλία, το «Όσα δεν ειπώθηκαν» της Τερέσα Γουίλμς Μοντ και το «Οι αναμνήσεις μιας νεκρής» της Μπομπάλ είχα την υποστήριξη της κυρίας Ximena Ares, της Πρέσβειρας της Χιλής, η οποία αγκάλιασε την ιδέα να μεταφραστούν οι δύο αυτές Χιλιανές συγγραφείς στα ελληνικά, παρόλο που δεν είναι εμπορικές. Έτσι μπόρεσε η ιδέα να γίνει πραγματικότητα και να κρατάμε στα χέρια μας αυτές τις δυο πανέμορφες εκδόσεις.

Β.Μ: Τι δυσκολίες και τι προκλήσεις περιλαμβάνει η μετάφραση ενός τέτοιου έργου;

Σχ. Το ρωτώ γιατί μου εκμυστηρεύτηκες ότι την θεωρείς ίσως την καλύτερη δουλειά σου!
-Πολλά μπράβο για άλλη μια φορά σε σένα αλλά και τις εκδόσεις Απόπειρα για την καλαίσθητη έκδοση αλλά και την τόλμη να εκδίδουν τέτοια βιβλία!

Οι προκλήσεις ήταν μεγάλες. Φαντάσου να έχεις στα χέρια σου σπαράγματα μιας αυτοβιογραφίας, της οποίας η συγγραφέας δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή. Φαντάσου αυτά τα κομμάτια γραμμένα από ένα πυρετώδες χέρι. Φαντάσου μια πένα που γράφει ασυγκράτητη στο χαρτί σκέψεις και συναισθήματα. Φαντάσου μια συγγραφέα χωρίς απόσταση μεταξύ πένας και καρδιάς. Κοντολογίς, ως μεταφράστρια ακροβατούσα ανάμεσα στην κρυμμένη πραγματικότητα του κειμένου και τη φαντασία μου ώστε να συμπληρώνω τα κενά και τα άλματα της σκέψης της συγγραφέως. Επιστράτευσα όλη μου την ευαισθησία για να συνδεθώ με τα γραπτά της. Κατά κάποιο τρόπο ένιωθα, ανά στιγμές, σαν ένα είδος διάμεσου, για να το πω χαριτολογώντας. Η «εξωτερική» βοήθεια που είχα ήταν πολύτιμη, αλλά ελάχιστη. Λίγες αναλύσεις του έργου της, σχεδόν ανύπαρκτες μεταφράσεις στα αγγλικά και μια σπουδαία βιογραφία της Ruth González-Vergara του 1993. Το εντυπωσιακό είναι ότι μήνα με το μήνα οι αναφορές για την Τερέσα Γουίλμς Μοντ στο διαδίκτυο όλο και πληθαίνουν. Τώρα βρίσκω πολύ περισσότερες πληροφορίες απ΄ αυτές που έβρισκα την περίοδο που μετέφραζα. Μια πρόσθετη δυσκολία ήταν ότι η συγγραφέας δεν διόρθωνε τα γραπτά της, οπότε ο αυθορμητισμός τους δημιουργεί ασάφειες και ερωτηματικά. Για παράδειγμα, υπάρχουν κάποιες αναπάντεχες αλλαγές στο χρόνο και στο πρόσωπο της αφήγησης (πρωτοπρόσωπη και τριτοπρόσωπη αφήγηση), και προσπαθούσα να συμπεράνω αν ήταν εσκεμμένες ή γέννημα του ασυνειδήτου της. Να μην κουράσω όμως με άλλες λεπτομέρειες.

Κλείνοντας να ευχαριστήσω το Extremeways για την παρουσίαση της Τερέσα Γουίλμς Μοντ και για την ευκαιρία που δίνει στους μεταφραστές και μεταφράστριες να μιλήσουν για τη δουλειά τους και να μοιραστούν τις σκέψεις τους.

 

 

συνέντευξη
Βαγγέλης Μπουμπάκης
Φλεβάρης 2022

 

Η Άννα Βερροιοπούλου έχει γεννηθεί στην Αθήνα και έχει πανεπιστημιακές σπουδές στην Θαλάσσια Βιολογία και στην Ισπανική Γλώσσα και Πολιτισμό. Έχει ασχοληθεί με την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και εργάστηκε ένα διάστημα στην Ισπανία σε οικολογική οργάνωση. Τα τελευταία δέκα χρόνια ασχολείται αποκλειστικά με τη λογοτεχνική μετάφραση και με σεμινάρια σχετικά με την ισπανόφωνη λογοτεχνία.

Έχει δημοσιεύσει το παραμύθι Λίλυ και Λούσυ, και το μυθιστόρημα Δαβίδ Απόπειρα 2020.

Έχει μεταφράσει τη Μικρή ποιητική ανθολογία του Χουάν Ραμόν Χιμένεθ (Απόπειρα, 2011), τους Αυτόχειρες και Σάμα του Αντόνιο Ντι Μπενεντέττο (Απόπειρα, 2014, Καστανιώτης 2018), την Ονειροπαγίδα της Άνα Μαρία Σούα (Απόπειρα, 2015), τις Αναμνήσεις μιας νεκρής της Μαρία Λουίσα Μπομπάλ(Απόπειρα, 2015), Από τον Ερνέστο στον Τσε του Κάρλος Καλίκα Φερρέρ (Liberia Espanola Νικολόπουλος),Από Μακρυά Μοιάζουν με Μύγες του Κίκε Φερράρι (Καστανιώτης 2019)

Είναι αρθρογράφος στο ispania.gr, συνεργάτρια σε διαδικτυακά λογοτεχνικά περιοδικά, σύντομα διηγήματά της έχουν διακριθεί και δημοσιευτεί σε έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ