Μίμε ή μη με

mime

Άνεμοι,

ορμήξτε και βγάλτε μου τα μάτια γιατί άλλο δεν

αντέχω να μ’ επισκέπτονται άνθρωποι σα να ‘μουν

μαυσωλείο.Το σώμα μου ζυγίζει όσο ένα λουλούδι.

Γι’ αυτό το πιο συχνά γραπώνομαι από δάχτυλα

ψάχνοντας για κρυμμένους κήπους. Η παρουσία ενός

πεσμένου φύλλου την άνοιξη, ξεσηκώνει μέσα μου

τόπους που κάποτε μου έστρεψαν την πλάτη. Ώσπου

στο τέλος έγινα ολόκληρος μια πλάτη που φεύγει.

Αφού η τέλεια αναχώρηση έρχεται πάντα μετά από

μιαν εγκατάλειψη. Κι ο φόβος ότι θα σωριαστώ

ξαφνικά στο πάτωμα με αναγκάζει να συλλαβίζω

γλώσσες ξένων χεριών, μέχρι που πληθαίνει η καρδιά

κι αδειάζει.

― Με αφαιρέσεις δε φτάνει κανείς στις παρυφές του

Άλλου; Ή μήπως με μια πυκνή στρώση λευκής

πούδρας στο πρόσωπο;

Κι εσύ κρέμασες μικρά διαμαντένια κουμπιά στο

πουκάμισο. Έρχομαι να τα ξηλώσω. Μην ταράζεστε.

Υπόσχομαι πως το πέπλο θα παραμείνει άθικτο.

Μην ταράζεστε. Τα μάτια μου ―σα δυο μεγάλοι

ανοιγμένοι τάφοι― περιμένουν να δεχτούν κομμένα

νήματα. Μη με ρωτάτε γιατί. Μη με ρωτάτε. Μη με.

Γιούλη Περβολαράκη

*φωτογραφία: Περικλής Λιακάκης 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ