Guernica
Ο Πόλεμος του Πικάσο
του Russell Martin
εκδόσεις Γκοβόστη
συνάντηση με τον εκδότη
Κωνσταντίνο Ι. Γκοβόστη*
Β.Μ: Ποιος είναι ο Ράσελ Μάρτιν, συγγραφέας του βιβλίου, Guernica , ο Πόλεμος του Πικάσο;
Πρόκειται για τον συγγραφέα της Κόμης του Μπετόβεν και έξι ακόμα βιβλίων. Έχει τιμηθεί με το βραβείο CarolineBancroft. Τα βιβλία του βρίσκονταν για μεγάλο διάστημα στη λίστα με τα ευπώλητα της Los Angeles Times και της Washington Post. Μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στο Salt Lake City και το Denver.
Β.Μ: Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης στο βιβλίο, Guernica – ο Πόλεμος του Πικάσο;
Συνθέτοντας θέματα σύγκρουσης και εξιλασμού, της φρίκης του πολέμου και της δύναμης που έχει η τέχνη να μεταμορφώνει την τραγωδία, ο Russell Martin παρακολουθεί αυτό το φημισμένο καλλιτεχνικό αριστούργημα, από το πυρετώδες ξεκίνημά του και το ταξίδι του ανά τις δεκαετίες από την Ευρώπη στην Αμερική, μέχρι τη θριαμβευτική του άφιξη στη μακρινή Ισπανία. Πρόκειται για ένα ιστορικό πανόραμα που μας παρουσιάζει μερικές από τις πιο αξιομνημόνευτες φυσιογνωμίες του 20ού αιώνα, όπως τον Αδόλφο Χίτλερ, τον Τζάκσον Πόλοκ, την Ελινόρ Ρούσβελτ και τον Τζορτζ Όργουελ. Δημιουργεί ένα αλησμόνητο πορτραίτο μιας καλλιτεχνικής ιδιοφυίας και ακόμη ενός πίνακα που ακόμα και σήμερα εξακολουθεί να συγκλονίζει.
Β.Μ: Πόσο σημαντικό είναι το ανάγνωσμα ενός τέτοιου βιβλίου για να κατανοήσουμε την αξία ενός σπουδαίου ζωγράφου και ενός απίστευτου έργου τέχνης όπως η Γκερνίκα;
Ο Πικάσσο είχε αποφασίσει να αποστασιοποιηθεί από τα γεγονότα της εποχής του προκειμένου να μην θεωρηθεί η τέχνη του στρατευμένη αλλά η φρίκη του βομβαρδισμού που διέταξε ο Στρατηγός Φράνκο εναντίον άμαχου πληθυσμού, τον οδήγησε τελικά στη δημιουργία του πίνακα Guernica. Ένας εκπατρισμένος Ισπανός αντιδρά με αυτόν τον τρόπο σε μια απεχθή πράξη τρομοκρατίας και την πρώτη μεγάλης κλίμακας επίθεση εναντίον ενός μη στρατιωτικού στόχου στη διεξαγωγή του σύγχρονου πολέμου. Το αποτέλεσμα είναι ο σημαντικότερος πίνακας του 20ού αιώνα. Ο Πικάσσο δεν είχε υποκύψει νωρίτερα στην πρόταση των Ισπανών δημοκρατικών να ετοιμάσει ένα έργο ισπανικής προπαγάνδας –δεν θεωρούσε τον εαυτό του καλλιτέχνη αφισών–, όμως το δράμα του βομβαρδισμού τού προκάλεσε τόση αγανάκτηση που στο άκουσμα της είδησης αποφάσισε να συμμετάσχει στον πόλεμο με τον δικό του τρόπο, υποστηρίζοντας τον αγώνα της Ισπανικής Δημοκρατίας, με μια τεράστια τοιχογραφία. Η αντιπολεμική αξία του έργου και η σύνδεσή του με τη Δημοκρατία είναι αδιαμφισβήτητα και καθολικά αναγνωρισμένα. Ταυτόχρονα όμως μέσα από τις σελίδες του βιβλίου αυτού ορθώνεται ένας καλλιτέχνης που δεν ορμάται από προσωπικά κίνητρα ή τυχοδιωκτισμό, αλλά από αγάπη προς τον άνθρωπο και αυθόρμητη οργή μπροστά σε μια εγκληματική και απάνθρωπη πράξη. Ένας καλλιτέχνης, δηλαδή, με όλη την έννοια της λέξης που συγκλονίζεται από τον ανθρώπινο πόνο και μετουσιώνει την οργή του σε ένα έργο που οι άνθρωποι που θα στρέψουν την προσοχή τους πάνω του, δύσκολα θα επαναλάβουν την ενέργεια που οδήγησε στη δημιουργία του. Και αυτό ήταν η ευθύνη και το χρέος του Πικάσσο ως καλλιτέχνη και ως ανθρώπου. Το βιβλίο αυτό ανασυνθέτει αυτήν ακριβώς τη σχέση ζωγράφου-πίνακα και τη διαδικασία από την οποία προέκυψε το έργο. Στο βαθμό αυτό μάς προσφέρει αναμφίβολα μια βαθύτερη κατανόηση του δημιουργού και του δημιουργήματος.
Β.Μ: Πόσο επηρέασε -και διεθνοποίησε κατά τη γνώμη μου – ο πίνακας του Πικάσο, τις βιαιότητες του πρώιμου Φρανκικού καθεστώτος (και με τη βοήθεια των δυνάμεων του Χίτλερ) σε όλη την Ευρώπη αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο;
Σε αυτό απαντά καλύτερα ο ίδιος ο Πικάσσο: «Τι νομίζετε ότι είναι ο ζωγράφος; Ένας ανόητος που έχει μόνο μάτια;… Όχι, τη ζωγραφική, δεν τη χρησιμοποιούμε για να στολίζουμε τα σπίτια μας. Είναι ένα εργαλείο πολέμου».
Β.Μ: «Τι νομίζετε ότι είναι ο ζωγράφος; Ένας ανόητος που έχει μόνο μάτια;… Όχι, τη ζωγραφική, δεν τη χρησιμοποιούμε για να στολίζουμε τα σπίτια μας. Είναι ένα εργαλείο πολέμου» Πάμπλο Πικάσο. Πιστεύετε ότι αυτή η φράση, συνοψίζει την κοσμοθεωρία του Πικάσο αλλά και μας δίνει ένα «μανιφέστο» περί τέχνης και της ουσίας της;
Το ερώτημα περί Στρατευμένης Τέχνης είναι πολύπτυχο και ίσως και άτοπο, δεδομένου ότι το έργο τέχνης που απομακρύνεται από την εποχή του εκτιμάται πλέον κυρίως ως καθαρή Τέχνη και όχι ως προπαγανδιστικό έργο. Και η Στρατευμένη Τέχνη μπορεί να είναι καθαρή Τέχνη μόνο μετά τη μεσολάβηση της χρονικής απόστασης που προσδίδει ψυχραιμία όσον αφορά τις οριακές ιστορικές εποχές αλλά και τη μόνη απόδειξη ότι κάτι αντέχει αισθητικά και φέρει ομορφιά αναλλοίωτη στον χρόνο που είναι δυνατόν να συγκινεί ανθρώπους διαφορετικών εποχών – συχνά να ερμηνεύεται και κάτω από το πρίσμα διαφορετικών εμπειριών και ιστορικών συνθηκών. Οι γνωστοί στίχοι του Εγγονόπουλου Η Τέχνη κι η ποίηση δεν μας βοηθούν να ζήσουμε: η τέχνη και η ποίησις μας βοηθούνε να πεθάνουμε… -και προ παντός στα χρόνια τα δικά μας τα σακάτικα, δείχνουν ότι, ακόμα και αν το έργο δεν είναι ένα εργαλείο πολέμου, ο εκάστοτε καλλιτέχνης είναι ένας πολεμιστής και ένας άνθρωπος που αναγκάζεται να μάχεται αδιάκοπα μέσα στην κοινωνία και της εποχή του.
Β.Μ: Αλήθεια, τι συναισθήματα σας γεννιούνται κάθε φορά που αντικρίζεται την Γκερνίκα, και πόσο σημαντικά είναι για εσάς το έργο αυτό;
Ο ίδιος ο συγγραφέας μιλάει για την εντύπωση που του έκανε ο πίνακας και τα συναισθήματα που του γέννησε: «Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα τον πίνακα τριάντα χρόνια από τότε που ο Άνχελ Βιλάλτα είχε εξηγήσει σε μένα και σε ένα τσούρμο άλλα Αμερικανάκια την τεράστια σημασία του και τον παρατηρούσε αρκετές ώρες σαστίζοντας αρχικά από το μέγεθος του και από την επιβλητική παρουσία του στο χώρο της πελώριας αίθουσας που τον στέγαζε. Αισθάνθηκα δέος από την τρισδιάστατη ποιότητα, που ήταν αδύνατον να συλλάβουν τα αντίγραφα του πίνακα και από τον τρόπο με τον οποίο τα διακριτικά χρώματα -και κυρίως το μπλε- έμοιαζαν να ξεπηδούν μέσα από το μουσαμά, που στην πραγματικότητα ήταν ζωγραφισμένος με αποχρώσεις του μαύρου, του λευκού και του γκρίζου• από τις γυμνές θηλές των γυναικών-θυμάτων που εκδήλωναν απερίγραπτο πόνο αντί για ανακούφιση• από την ασυνήθιστη κίνηση της χαίτης του πληγωμένου αλόγου, από το διάστικτο σώμα του, που οι κουκκίδες έμοιαζαν να μετρούν τους νεκρούς της Γκερνίκα. Οι πελώριες μορφές με συγκίνησαν με έναν τρόπο ο οποίος με γαλήνευε και ταυτόχρονα ένιωσα να συγκλονίζομαι από τη συναισθηματική βεβαιότητα ότι αυτός ο μνημειώδης πίνακας αντανακλούσε απόλυτα τις τραγικές του στιγμές.
Ελάχιστοι από εκείνους που παρατηρούσαν μαζί μου την Γκουέρνικα στη διάρκεια εκείνων των ωρών έκλαψαν -ένα θέαμα πολύ συνηθισμένο τα προηγούμενα χρόνια- αλλά κανείς ανάμεσα στις χιλιάδες δεν απέρριψε βιαστικά ούτε τον πίνακα ούτε το θέμα του και σχεδόν όλοι κοντοστέκονταν για να τον κοιτάξουν, τουλάχιστον για μερικά λεπτά. Ο εικαστικός αντίκτυπος του πίνακα, που αναμφίβολα είχε αλλάξει τον κόσμο, ήταν τόσο ισχυρός, που διέκοπτε την περιήγηση όλων των επισκεπτών στο τεράστιο μουσείο. Ορισμένοι ηλικιωμένοι Ισπανοί έκαναν το σταυρό τους προτού αποχωρήσουν και κάποιοι νέοι -μερικοί από τους οποίους ήταν προφανώς σπουδαστές, όπως κι εγώ κάποτε, που είχαν έρθει για ένα χρόνο στο εξωτερικό- κάθονταν κάπου κάπου πάνω στο μαρμάρινο πάτωμα και αντέγραφαν συγκεκριμένες μορφές σε μπλοκ ιχνογραφίας. Πολλοί Ιάπωνες παρατηρούσαν με προσήλωση τον πίνακα για πολλή ώρα και μια από τους ξεναγούς τους μου εξήγησε ότι για εκείνους, ο αληθινός τίτλος του πίνακα θα μπορούσε να είναι Χιροσίμα• για τους Ιάπωνες, μου είπε, η Γκουέρνικα είχε γίνει μια «πολιτιστική συνήθεια». Ξαφνιάστηκα όταν διαπίστωσα πόσοι λίγοι έσκυβαν για να διαβάσουν τη μικρή κάρτα δίπλα από τον πίνακα, η οποία έγραφε:
ΠΑΜΠΛΟ ΠΙΚΑΣΟ
ΜAΛΑΓΑ 1881 – ΜΟΥΖΕΝ, ΓΑΛΛΙΑ 1973
ΓΚΟΥΕΡΝΙΚΑ, ΠΑΡΙΣΙ 1 ΜΑΪΟΥ-4 ΙΟΥΝΙΟΥ 1937
ΕΛΑΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΕ ΜΟΥΣΑΜΑ
συνέντευξη
Βαγγέλης Μπουμπάκης
Ιούλης 2021
* Κωνσταντίνος Ι. Γκοβόστης εκδότης
Ολόκληρο το Αφιέρωμα στον Ισπανικό Εμφύλιο, στον παρακάτω σύνδεσμο: