Scroll Top

Συζήτηση με την Μελίνα Παναγιωτίδου για τον Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα

dkf

Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα

του Μιγκέλ ντε Θερβάντες

εκδόσεις Εστία

συνάντηση με την

Μελίνα Παναγιωτίδου

 

Β.Μ: Μετά από τόσα χρόνια ενασχόλησης και τριβής με το έργο του Θερβάντες ποια πιστεύετε είναι εκείνα τα χαρακτηριστικά που τον καθιστούν τόσο σπουδαίο συγγραφέα; (αναφέρονται σε αυτόν κάθε τόσο σπουδαίοι ισπανόφωνοι και όχι μόνο συγγραφείς!)

Ας διευκρινίσω ότι η ενασχόληση και τριβή μου με τον Θερβάντες περιορίζεται στον Δον Κιχότε ― μέρος του θερβαντινού έργου το γνωρίζω μόνο ως αναγνώστρια και δεν παύει να υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα σε μια μελετηρή ανάγνωση και στην προσέγγιση ενός έργου υπό την ιδιότητα του μεταφραστή…

Παρ’ όλα αυτά, θα επέλεγα ένα και μόνο χαρακτηριστικό του Θ. που τον καθιστά όχι απλώς σπουδαίο, αλλά εμβληματικό: την ίδια την συγγραφική ιδιοφυία του, η οποία περιλαμβάνει και μια αστείρευτη έμπνευση. Θα πρόσθετα, από τα λίγα που γνωρίζουμε γι’ αυτόν, και το σθένος ψυχής.

Ας το διατυπώσω και λίγο διαφορετικά: εάν δεν είχε εμφανιστεί ο ΔΚ, δεν γνωρίζουμε ποια θα ήταν η μορφή, ή και αυτή καθεαυτήν η ύπαρξη, αυτού που σήμερα θεωρούμε δεδομένο και στο οποίο αναφερόμαστε ως “μυθιστόρημα” ― όρος που δεν υπήρχε ακόμη την εποχή του Θ. Για τον καθόλου απλό λόγο ότι, για πρώτη φορά, στον ΔΚ ο ακροατής ή αναγνώστης μπορεί να αναγνωρίσει τον εαυτό του ως μέρος μιας διήγησης μυθοπλαστικής μεν, όχι όμως εξωπραγματικής ― μιας ιστορίας που, εντέλει, τον αφορά άμεσα, τότε και έκτοτε.

Κατά τα λοιπά, θα έλεγα ότι δεν υπάρχει μείζων, δυτικός τουλάχιστον, συγγραφέας που να μην έχει αναφερθεί ή και εμπνευστεί από τον ΔΚ ― θα πρόσθετα μάλιστα ότι οι ισπανόφωνοι αργούν αν και, αφ’ ης στιγμής εμφανίζονται στο προσκήνιο, καταλείπουν έξοχα δείγματα, είτε λογοτεχνικά είτε ερμηνευτικά.

Εδώ θα ήθελα να αναφέρω και κάτι ανεκδοτολογικό: κατά πάσα πιθανότητα η πρώτη επιρροή του ΔΚ ανιχνεύεται στον σύγχρονό του Σαίξπηρ· ένα, χαμένο πλέον, θεατρικό έργο του, ο Cardenio, δεν μπορεί παρά να είναι εμπνευσμένο από τον ομώνυμο Καρδένιο, πρόσωπο που εμφανίζεται στο Πρώτο Μέρος του ΔΚ.

Β.Μ: Το έργο ναι μεν διαπνέεται από μια έντονη ισπανικότητα αλλά κατ’ εμέ έχει βαθιά οικουμενικότητα. Ποια χαρακτηριστικά κάνουν τον Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα ένα τόσο σπουδαίο και διαχρονικό ανάγνωσμα;

Αυτό ακριβώς το οποίο εύστοχα αναφέρετε στην ερώτησή σας! Εννοώ ότι, μόνη της, μια οποιαδήποτε (εθνικ)-ότητα, ή ακόμη και ιστορικότητα, έντονη ή μη, αλλά πάντως περιοριστική, θα αντέβαινε στο οικουμενικό και διαχρονικό. Ένα έργο μπορεί θαυμάσια να αποτυπώνει μια συγκεκριμένη κοινωνία ή χαρακτήρες, όμως αυτό δεν το καθιστά αυτόματα μείζον. Η μεγάλη διαφορά σε ό,τι ονομάζουμε κλασικό, επομένως ανθεκτικό στο χρόνο και το χώρο, έγκειται στο γεγονός ότι έχει κατορθώσει να υπερβεί την εποχή του, να πραγματευτεί και να περιλάβει έναν στοχασμό για τον άνθρωπο, μια αντίληψη για τον χρόνο και μια άποψη για την ιστορία. Ο Θερβάντες επιτυγχάνει όλα τα παραπάνω, θέτοντας στο επίκεντρο της διήγησής του έναν αντιήρωα ήρωα, έναν λογικό παλαβό,ως δρων υποκείμενο της Ιστορίας. Επιπλέον, το πράττει με τρόπο διασκεδαστικό, λόγο καταληπτό και γλώσσα καθημερινή. Εκ πρώτης αναγνώσεως τουλάχιστον…

Β.Μ: Το έργο έχει έντονη προφορικότητα πόσο εύκολο είναι για τον αναγνώστη να βυθιστεί στην μαγεία της ανάγνωσης; Μήπως θα ήταν καλύτερα να το διαβάσουμε φωνασκώντας ή ακόμα καλύτερα να το ακούσουμε από έναν αφηγητή;

Ας αρχίσω από το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας: όλοι οι τρόποι είναι δυνατοί και επαφίενται στην επιθυμία, την επιλογή και τη διάθεση του αναγνώστη, τελικού αποδέκτη του κειμένου, είτε του πρωτοτύπου είτε της μετάφρασής του.

Η προφορικότητα, έντονη και διαρκής, είναι αναμφίβολα ουσιώδες συστατικό αυτού του ανυπότακτου, αταξινόμητου έργου αλλά και της εποχής του. Είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου ότι την εποχή του Θ. το ποσοστό των εγγράμματων, άρα των αναγνωστών, είναι πολύ μικρό. Παράλληλα, όμως, ας μην ξεχνάμε ότι αυτή η προφορικότητα αποτυπώνεται πλέον διά του γραπτού, πεζού λόγου. Κι έτσι, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα παράδοξο: σε μια διήγηση με πολλά διαλογικά μέρη και «σκηνικά» που όμως δεν είναι θεατρικό έργο ― επομένως, σε μια θεατρικότητα που δεν αντιμάχεται ούτε την κατά μόνας ή και μεγαλόφωνη ανάγνωση ούτε την ακρόαση. Νομίζω ότι αυτός ακριβώς ο συγκερασμός το μόνο που εντέλει αποτρέπει είναι την παρουσίαση του έργου επί σκηνής, την μετατροπή του με άλλα λόγια σε θεατρικό!

Πάντως, με έναν μαγικό τρόπο, ή μάλλον με τη μαγεία του θερβαντινού λόγου, φαίνεται πως ο σημερινός αναγνώστης μπορεί ακόμη να βυθιστεί στην ανάγνωση του ΔΚ. Ίσως να οφείλεται σε μια ανάκληση, έναν απόηχο μιας χαμένης προφορικότητας που ωστόσο διασώζεται ακόμη εντός μας.

Β.Μ: Μου εμπιστευτήκατε, ότι ίσως η μοναδική περιοχή στην Ελλάδα που θα μπορούσε ιδανικά να διαβαστεί και να ακουστεί ο απόηχος του Δον Κιχότε, είναι η Κρήτη! Το εξηγείτε αυτό λίγο παραπάνω;

Α, ναι, υπάρχει μια ιστορία πίσω από αυτό και τις πάμπολλες, παράπλευρες σκέψεις, ή μάλλον φαντασιώσεις, που με συνόδευαν ενόσω μετέφραζα. Γύρω στο μακρινό 2009, το αδικοχαμένο ΕΚΕΜΕΛ (Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης) ετοίμαζε ένα Σπίτι της Λογοτεχνίας στο Κράσι, στα Μάλια, κι εγώ ονειρευόμουν να αποκλειστώ εκεί δουλεύοντας. Δεν πήγα ποτέ, αφού το ΕΚΕΜΕΛ επελέγη περίπου ως ο αποδιοπομπαίος τράγος της κρίσης, αλλά εκείνον τον καιρό, ξαφνικά, μου είχε έρθει πρώτα μια εικόνα ―να διαβάζω τον ΔΚ στους κατοίκους, στην πλατεία του χωριού―, και κατόπιν η αιτιολόγησή της: η Κρήτη είναι η μόνη περιοχή της Ελλάδας όπου η επαφή με την Αναγέννηση είχε αποτέλεσμα να ανθήσει επί αιώνες το θέατρο, η έμμετρη μυθιστορία αλλά και οι μαντινάδες, και όπου η προφορικότητα όχι μόνο παραμένει ζωντανή σήμερα αλλά και διατηρεί την υπέροχη διάλεκτό της. Ακόμη και τώρα δεν μπορώ να σκεφτώ καλύτερο μέρος για την ανάγνωση του ΔΚ

Β.Μ: Τι δυσκολίες αλλά και τι προκλήσεις περιελάμβανε η μεταφραστική διαδικασία ενός εμβληματικού έργου σαν αυτό;

Πλέον συνηθίζω να λέω, δίκην αφορισμού, ότι ο ΔΚ δεν παρουσιάζει κάποιο πρωτοφανές μεταφραστικό πρόβλημα ― αλλά και δεν υπάρχει ούτε ένα που να μην το θέτει, και μάλιστα στον ύψιστο βαθμό.

Η απόδοση της προφορικότητας, η οποία αναφέρθηκε και προηγουμένως, καταλέγεται αναμφίβολα στα κεντρικά σημεία της μεταφραστικής προσπάθειας και προσέγγισης.

Όμως, τα χαρακτηριστικά του έργου, άρα και οι συνακόλουθες δυσκολίες και προκλήσεις, υπερβαίνουν κατά πολύ το διαλογικό και το εκφωνητικό του λόγου του.

Ας απαριθμήσω μερικά μόνο από αυτά: στην εκ των πραγμάτων παλαιότητα της γλώσσας του πρωτοτύπου, πρέπει να προστεθεί το γεγονός ότι γραμματική και σύνταξη χρησιμοποιούνται αριστοτεχνικά ως εργαλεία αμφισημίας. Επιπλέον, χρησιμοποιείται όλο το φάσμα του γραπτού και προφορικού λόγου όχι μόνο του 17ουαιώνα, αλλά και των προηγουμένων: ο Θ. περιλαμβάνει από μεσαιωνικούς αρχαϊσμούς και ρητορεία μέχρι ιδιωματισμούς και αργκό της φυλακής. Με αυτά τα δεδομένα, κάποια άλλα χαρακτηριστικά, όπως οι μακρές περίοδοι, τα ζεύγη συνωνύμων, το παράδοξο κάποιων εκφράσεων, η απόδοση παροιμιών και λογοπαιγνίων, οι προσωποποιήσεις ή ο εντοπισμός της υποδόριας ειρωνείας φαντάζουν, παραπλανητικώς, ελάσσονα.

Και όλα αυτά χωρίς να αναφερθώ καθόλου στα πραγματολογικά στοιχεία ή, πολύ περισσότερο, στα ερμηνευτικά ζητήματα που θέτει ο ΔΚ.

Θα προτιμήσω να σταθώ σε δύο σημεία, που με τη σειρά τους συνιστούν την μόνη, αλλά και ύψιστη, ανταμοιβή μου: στο ότι αξιώθηκα, μεταφράζοντας, να παρακολουθήσω από τόσο κοντά την ίδια τη γένεση του μοντέρνου μυθιστορήματος. Και να ακούσω από συγκινητικούς και συγκινημένους αγνώστους ότι απόλαυσαν την ανάγνωση. Μου αρκούν για να αντισταθμίσουν έντεκα χρόνια δουλειάς και αγάπης.

 

συνέντευξη

Βαγγέλης Μπουμπάκης

Σεπτέμβρης 2020

 

 

Η Μελίνα Παναγιωτίδου γεννήθηκε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από το Β’ Αρσάκειο Ψυχικού και σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Άρχισε να εργάζεται αποκλειστικά ως μεταφράστρια ισπανόφωνης λογοτεχνίας το 2000 και έχει συνεργαστεί με τις εκδόσεις Εξάντας, Κέδρος, Αλεξάνδρεια, Καρδαμίτσα, Εστία κ.ά.

Έχει λάβει το Βραβείο Ισπανόφωνης Λογοτεχνίας του ΕΚΕΜΕΛ 2010 για το Πρώτο Μέρος του Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα και το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης 2019 για το Δεύτερο Μέρος.

Κριτικά κείμενά της έχουν δημοσιευθεί στον Τύπο, στα περιοδικά «Μετάφραση» και «Νέα Εστία» ή έχουν παρουσιαστεί σε συνέδρια και διαλέξεις.

Έχει διδάξει λογοτεχνική μετάφραση στο Miguel de Cervantes και στο ισπανικό τμήμα του ΕΚΕΜΕΛ.

Εκτός των ισπανικών, μιλάει αγγλικά και γαλλικά.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ