Ο Τσίπερ και ο Πατέρας του
του Γιόσεφ Ροτ
&
Οι Ακρωτηριασμένοι
του Χέρμανν Ούνγκαρ
εκδόσεις Printa/Ροές
συνάντηση με την μεταφράστρια
Πελαγία Τσινάρη
Β.Μ: Έχοντας πλέον μεταφράσει (ασχοληθεί) με τρία έργα του Γιόζεφ Ροτ, ποια η άποψή σας γερμανόφωνο συγγραφέα;
Π.Τ.: Ο Γιόζεφ Ροτ ήταν ένας οξυδερκής παρατηρητής της εποχής του, κάποιος που ίσως δεν χρειαζόταν την απόσταση από τα τεκταινόμενα για να τα ερμηνεύσει, να τα φιλτράρει και να τα χρησιμοποιήσει ως υλικό για τα μυθιστορήματά του. Ζώντας σε μια πολυκύμαντη ιστορική περίοδο, από τον Α΄ Π.Π. και σε όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, διάγει ο ίδιος έναν ταραχώδη βίο και ενσαρκώνει τις αντιφάσεις της περιόδου εκείνης. Από τον νεαρό «Κόκκινο Ροτ» ως τον φιλομοναρχικό Ροτ τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο συγγραφέας παραμένει εντέλει πιστός στη συγγραφική του ιδιότητα: να αποτυπώνει το ιστορικό και κοινωνικό γίγνεσθαι σε κάθε χαρακτήρα και κάθε «σκηνικό αντικείμενο» των έργων του.
Β.Μ: Τι θα διαβάσουμε στο τελευταίο του βιβλίο Ο Τσίπερ και ο Πατέρας του κου κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Printa-Ροές σε δική σας μετάφραση και επίμετρο;
Π.Τ.: Το Ο Τσίπερ και ο πατέρας του είναι μια νουβέλα που ο Ροτ έγραψε σχετικά νωρίς και αποτελεί μέρος μιας, ας πούμε, τριλογίας που περιλαμβάνει το Ιώβ και το Εμβατήριο Ραντέτσκι. Στις σελίδες του και μέσα από τους πρωταγωνιστές του, ο αναγνώστης θα μεταφερθεί στις τελευταίες ημέρες της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων και στο μεταίχμιο δύο κόσμων, δύο γενεών, εκείνη του πατέρα και εκείνη του Τσίπερ, πριν και μετά τον Μεγάλο Πόλεμο.
Β.Μ: Ποιο είναι ιστορικοκοινωνικό αλλά και πολιτικό πλαίσιο που περιβάλλει το έργο (το οποίο απασχολεί το Ροτ σχεδόν στο σύνολο των έργων του);
Π.Τ.: Είναι ακριβώς το τέλος της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, το 1918, και ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η πλοκή τοποθετείται στο α΄ τέταρτο του 20ού αιώνα στη Βιέννη και στο Βερολίνο, με τις δύο πόλεις να εκπροσωπούν τον κόσμο του χτες και εκείνον του αύριο. Η Βιέννη φέρει το άρωμα της παλιάς Αυτοκρατορίας ενώ το Βερολίνο είναι η πόλη όπου γεννιούνται τα «καινά δαιμόνια», όπως ο κινηματογράφος.
Β.Μ: Ποιο ή ποια είναι αυτά τα χαρακτηριστικά που καθιστούν τον Ροτ έναν σπουδαίο συγγραφέα;
Π.Τ.: Κατά την άποψή μου, είναι αφενός το ανάγλυφο των χαρακτήρων του και αφετέρου οι περιγραφές του. Ο τρόπος που αποδίδει τους έμψυχους και άψυχους ενοίκους του μυθιστορηματικού του σύμπαντος χαρακτηρίζεται από μεγάλη ευαισθησία, όσον αφορά τον ανθρώπινο ψυχισμό, και ιδιαίτερη ευρηματικότητα, όσον αφορά την απόδοση λεπτομερειών που θα «ζωντανέψουν» έναν χώρο στα μάτια του αναγνώστη.
Β.Μ: Πάμε τώρα να γνωρίσουμε τον Χέρμανν Ούνγκαρ!
Π.Τ.: Ο Χέρμανν Ούνγκαρ είναι συγγραφέας τσεχοεβραϊκής καταγωγής που έζησε από το 1893 ως το 1929. Ο Ούνγκαρ πολέμησε και τραυματίστηκε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μια εμπειρία που τον σημάδεψε και αποτυπώνεται στο έργο του. Ήταν στον Κύκλο της Πράγας του Κάφκα, του Ερνστ Βάις και του Μαξ Μπροντ. Είναι ένας πολύ ιδιαίτερος και αμφιλεγόμενος συγγραφέας ο οποίος στον βραχύ βίο του έγραψε νουβέλες, μυθιστορήματα (δύο εκ των οποίων κυκλοφορούν στα ελληνικά, η Τάξη και οι Ακρωτηριασμένοι), διηγήματα αλλά και θεατρικά έργα.
Β.Μ: Ποια η θεματολογία των έργων του και σε ποια εποχή τα γράφει;
Π.Τ.: Γράφει μετά τον Α΄ Π.Π. Η θεματολογία του αφορά τον Μεγάλο Πόλεμο και τα τραύματα, σωματικά και ψυχικά, που άφησε. Η πρόζα του Ούνγκαρ είναι σκοτεινή, κυριαρχείται από ζοφερά συναισθήματα και μια επίμονη εξερεύνηση ακραίων ψυχικών καταστάσεων. Οι χαρακτήρες που πλάθει είναι από υλικά που βρίσκονται στα μύχια του ανθρώπινου ψυχισμού, κι ο Ούνγκαρ καταδύεται στην άβυσσο και το μυστήριο της ψυχής του ανθρώπου, γεγονός που αγγίζει τα όρια του ταμπού και δεν του συγχωρούν ούτε οι αναγνώστες ούτε οι κριτικοί της εποχής του. Η λογοτεχνία του παραμένει ακραία, σκανδαλώδης, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, ακόμη και σήμερα.
Β.Μ: Πείτε μας δυο λόγια για τους Ακρωτηριασμένους που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροές σε μετάφραση του Βασίλη Πατέρα.
Π.Τ.:Πρωταγωνιστής των Ακρωτηριασμένων είναι ο υπάλληλος τραπέζης Φραντς Πόλτσερ, ο οποίος, παγιδευμένος σε έναν ψυχρό εργασιακό κόσμο, έχει παραδοθεί στη μοιρολατρία και φυτοζωεί σε μια αέναα επαναλαμβανόμενη καθημερινότητα. Το μόνο που τον συγκροτεί και τον συγκρατεί στη ζωή είναι η ακούραστη επιδίωξη της τάξης και της ασφάλειας, ως προστασίας από ένα εχθρικό και απρόβλεπτο, όπως το αντιλαμβάνεται, περιβάλλον. Εκείνο που του επιτρέπει να αντέχει τον αβάσταχτο βίο είναι το προβλέψιμο της κάθε ημέρας. Ο έξω κόσμος είναι ο πιο άσπονδος εχθρός του.
Ο φόβος απέναντι σε κάθε αλλαγή τον ρίχνει στην αγκαλιά της σπιτονοικοκυράς του, της Κλάρας Πόργκες, μιας μαραμένης χήρας, η οποία ξέρει να εκμεταλλεύεται τις φοβίες του και τον εξουσιάζει πλήρως, μέχρι του σημείου της σεξουαλικής κακοποίησης.
Και τότε πυροδοτείται μια λαίλαπα από γεγονότα στα οποία εμπλέκεται ο παιδικός φίλος του Πόλτσερ, o σωματικά ακρωτηριασμένος Καρλ Φάντα, η γυναίκα του και το εργασιακό περιβάλλον του Πόλτσερ. Εκεί βρισκόμαστε μπροστά σε ένα κουβάρι από αδιέξοδα, θρησκευτικό φανατισμό, φιλαργυρία και βίαιη σεξουαλικότητα, που απειλεί να αφανίσει στο πέρασμά της όχι μόνο την τάξη αλλά και όλα τα πρόσωπα του μυθιστορήματος.
Β.Μ: Πότε εκδίδεται και γιατί «προκαλεί» τόσο (την κριτική της εποχής αλλά και τους ομότεχνούς του) η έκδοσή του;
Π.Τ.:Το βιβλίο εκδίδεται το 1923. Θεωρήθηκε «διαστροφικό» και πως αποκαλύπτει την προτίμηση του συγγραφέα για τα «μιάσματα της ψυχής», κατά τον Στέφαν Τσβάιχ, ο οποίος ομολογεί ωστόσο ότι ως ανάγνωσμα ασκεί ακαταμάχητη έλξη. Θα έλεγα ότι η «σεξουαλική κόλαση», κατά Τόμας Μαν, και ο ζόφος του μυθιστορήματος προκαλούν τις αντιδράσεις εκ μέρους των κριτικών και των ομότεχνών του.
Β.Μ: Είναι σημαντικό να γνωρίσει ο Έλληνας αναγνώστης τον Χέρμανν Ούνγκαρ και να συνδιαλλαγεί με τους Ακρωτηριασμένους; Θα επιλέξει εύκολα να κονταροχτυπηθεί με τέτοιου είδους κείμενα;
Π.Τ.:Ο Έλληνας όπως κάθε άλλης εθνικότητας αναγνώστης θα κάνει την επιλογή του. Σαφώς δεν είναι «εύκολο» ή «ευχάριστο» ανάγνωσμα. Είναι όμως ένα βιβλίο που προκαλεί βαθιά εντύπωση και δεν το αφήνεις από τα χέρια σου ώσπου να φτάσεις στο τέλος του. Και είναι γνήσια λογοτεχνία, μια λογοτεχνία που δεν φοβάται να αγγίξει ευαίσθητες χορδές της ανθρώπινης φύσης, μια λογοτεχνία που έχει τη δύναμη να σοκάρει ακόμα και σήμερα, έναν αιώνα μετά την πρώτη έκδοση του μυθιστορήματος. Επομένως, αξίζει να διαβαστεί και να βρει θέση στη βιβλιοθήκη των οπαδών της λογοτεχνίας.
Β.Μ: Τι προκλήσεις ή δυσκολίες περιελάμβανε η μεταφραστική διαδικασία στο έργο του Ροθ;
Π.Τ.: Στην περίπτωση του Ροτ, ο μεταφραστής έχει την τύχη να αναλαμβάνει να αποδώσει σε μια άλλη γλώσσα ένα κείμενο που ρέει αβίαστα. Δεν αιφνιδιάζεται με νοηματικά κενά ή άλματα που τον «πετάνε έξω» από τη ροή του μεταφρασμένου κειμένου. Οι όποιες προκλήσεις μπορεί να αφορούν πραγματολογικά στοιχεία ή επιμέρους επιλογές απόδοσης είναι για τον λόγο αυτό αναμενόμενες και ευπρόσδεκτες από τον μεταφραστή.
*Η Πελαγία Τσινάρη γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Παντείου Πανεπιστημίου. Ζει και εργάζεται ως μεταφράστρια στην Αθήνα.
συνέντευξη
Βαγγέλης Μπουμπάκης
Οκτώβρης 2020