Ά Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης ΛΕΑ στα πλαίσια του φετινού Festival LEA – Sol Latino
Εξαίσιο Πτώμα
της Αγκουστίνα Μπαστερρίκα
εκδόσεις Πατάκη
συζήτηση με την μεταφράστρια Χριστίνα Θεοδωροπούλου
Αφορμή για την συνάντησή μας στάθηκε η μετάφρασή σας στο σπουδαίο μυθιστόρημα της Αγκουστίνα Μπαστερρίκα Εξαίσιο πτώμα. Συστήστε μας λοιπόν αυτή την πρωτοεμφανιζόμενη (και πολλά υποσχόμενη!) στα ελληνικά γράμματα Αργεντίνα συγγραφέα!
Η Αγκουστίνα Μπαστερρίκα γεννήθηκε στο Μπουένος Άιρες το 1974. Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες και είναι σήμερα μια από τις σημαντικότερες συγγραφείς της γενιάς της στην Αργεντινή. Το Εξαίσιο πτώμα είναι το τρίτο της βιβλίο που πρωτοκυκλοφόρησε το 2017. Έχει μεταφραστεί με εξαιρετική επιτυχία σε 8 γλώσσες και τιμήθηκε, μεταξύ άλλων, με το βραβείο Clarín Novela. Είναι συνδιοργανώτρια του κύκλου τέχνης Siga al Conejo Blanco (www.sigaalconejoblanco.com) καθώς και εργαστηρίων ανάγνωσης.
Σύμφωνα με τα ίδια της τα λόγια γράφει γιατί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Είναι η κινητήρια δύναμη που την ενεργοποιεί. Το διάβασμα για κείνη ισοδυναμεί με την εισπνοή και το γράψιμο με την εκπνοή. Στις ιστορίες της διαχέει τους φόβους της, τις ανασφάλειές της, τις εμμονές της, τους στοχασμούς της, εν ολίγοις, το πώς βλέπει τα πράγματα και τον κόσμο. Φιλοδοξία της είναι να προκαλεί με τα βιβλία της το ίδιο αίσθημα που γεννά στην ίδια η λογοτεχνία που θαυμάζει: αυτή που δεν αποβλέπει στο να διδάξει αλλά που ανοίγει παράθυρα για στοχασμό, που εμπνέει συζητήσεις, που κινητοποιεί τον αναγνώστη, τον ταρακουνά, και δεν του διηγείται απλώς μια ωραία ιστορία. Στα γραπτά της εξερευνά το κακό ως εγγενές συστατικό της ανθρώπινης φύσης και καταγγέλλει τα κακώς κείμενα πετυχαίνοντας ταυτόχρονα ν’ αγγίξει βαθιά την ψυχή του αναγνώστη.
Τι θα διαβάσουμε λοιπόν στο Εξαίσιο πτώμα που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη σε δική σας εξαιρετική μετάφραση;
Το Εξαίσιο πτώμα είναι ένα πυκνά δομημένο και ανατριχιαστικά πειστικό μυθιστόρημα που περιγράφει σε μια γλώσσα υψηλής ακρίβειας, κοφτερή σαν μαχαίρι, έναν φουτουριστικό εφιάλτη όπου ο κανιβαλισμός έχει νομιμοποιηθεί σε μεγάλο μέρος του κόσμου.
Η ξαφνική εμφάνιση ενός θανατηφόρου ιού που προσβάλλει τα ζώα μεταβάλλει αμετάκλητα τον κόσμο: από τα θηρία μέχρι τα κατοικίδια πρέπει όλα να θανατωθούν συστηματικά, ενώ το κρέας τους δεν μπορεί να καταναλωθεί. Οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν την κατάσταση με μια δραστική απόφαση: νομιμοποιούν την εκτροφή, την αναπαραγωγή, τη σφαγή και την επεξεργασία ανθρώπινου κρέατος. Ο κανιβαλισμός γίνεται νόμος και η κοινωνία έχει διαιρεθεί σε δύο ομάδες: σ’ αυτούς που τρώνε και σ’ αυτούς που τρώγονται.
Ο Μάρκος Τέχο, γενικός ελεγκτής της μονάδας επεξεργασίας κρέατος Κριγκ, είναι ένας αινιγματικός γραφειοκράτης. Την ημέρα που δέχεται ως δώρο μια θηλυκιά εκτροφής για κατανάλωση, ο πειρασμός τον μεταμορφώνει επικίνδυνα, σπρώχνοντάς τον να παραβεί τους νόμους βαδίζοντας στην κόψη του ξυραφιού.
Στο δυστοπικό αυτό έργο, σκληρό, από τη μια, δίχως όμως να στερείται ποιητικότητας, από την άλλη, η συγγραφέας υπογραμμίζει τον τρόπο με τον οποίο καταρρίπτονται, το ένα μετά το άλλο, τα όρια της ηθικής, επιτρέποντας έτσι στις μέχρι χτες αποτρόπαιες πρακτικές να γίνουν καθεστηκυία τάξη. Είναι μια καταγγελία ενάντια στον σύγχρονο κόσμο ο οποίος έχει στερηθεί κάθε ιερότητα και στον οποίο η ανθρώπινη σάρκα στ’ αλήθεια πουλιέται και αγοράζεται ποικιλόμορφα, η ανθρώπινη ύπαρξη αναλώνεται και καταναλώνεται με μυριάδες τρόπους από μια αδηφάγα και λίαν εφευρετική κοινωνική μηχανική που στα ‘σαγόνια’ της αλέθει καθημερινά τα ανθρώπινα, σάρκινα και ψυχικά, σπαράγματα.
Φαντάζομαι καθ’ όλη την διάρκεια της μεταφραστικής διαδικασίας είχατε επικοινωνία με την συγγραφέα, αλήθεια τι θέλει να πει με το συγκεκριμένο έργο; Ποια εσωτερική αγωνία κατατρέχει την ψυχή της και θέλει να επικοινωνήσει με τους αναγνώστες;
Από την εποχή που ήμουν απλώς αναγνώστρια η διαρκής μου έγνοια ήταν να αφήνω τις ιστορίες των βιβλίων να εισχωρούν ατόφιες στη συνείδησή μου ώστε να κοινωνώ μαζί τους όσο γίνεται πιο αυθεντικά. Κάθε συγγραφέας προφανώς έχει μία γνώση και μια κατανόηση για το έργο του, η προσέγγιση όμως που έχω υιοθετήσει και με εκφράζει αναγνωρίζει την ύπαρξη μιας μεγαλύτερης ή μικρότερης αυτονόμησης του έργου από τον δημιουργό. Η δική μου δουλειά φυσικά δεν είναι να φέρω σε επαφή τον συγγραφέα αλλά το έργο του με το κοινό. Κατά τη γνώμη μου πάντως, αν δεν απατώμαι, δεν πρόκειται για κάποια αγωνία, μόνο για ευαισθησία ικανή να αφουγκράζεται και να διαβλέπει τα σημεία των καιρών.
Υπάρχουν σαφέστατες αναφορές αλλά και προβολές στην κατάσταση που βιώσαμε με την πανδημία (covid-19), αλήθεια πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι ακόμα και τώρα να βγούμε αλώβητοι απ’ όσα ζήσαμε;
Το βιβλίο είναι γραμμένο πριν απ’ αυτή την περιπέτεια. Και αυτό θαρρώ αποδεικνύει κατά κάποιο τρόπο την προβλεπτική ενόραση της Μπαστερρίκα. Όσον αφορά τις τυχόν συγκρίσεις, το ζήτημα είναι πού θα εστιάσει το ερευνητικό βλέμμα: Στον αρχικό παράγοντα που εμφανίζεται ως πυροδοτικός των γεγονότων, ή στα ίδια τα γεγονότα και στην ετεροκίνητη δυναμική τους με όλα όσα συνεπιφέρουν; Η διάφορη κατανόηση πάνω σ’ αυτό τροποποιεί ανάλογα και την ικανότητά μας να βγούμε ή έστω να μην μπούμε ακόμη βαθύτερα σε τέτοιες επικίνδυνες περιπέτειες.
Ποιο είναι εκείνο ή εκείνα τα στοιχεία που σας σαγηνεύουν στη γραφή της Μπαστερρίκα και ιδιαζόντως στο Εξαίσιο πτώμα;
Προσωπικά, το στοιχείο της γραφής της που απέσπασε τον θαυμασμό μου στο Εξαίσιο πτώμα είναι ότι καταφέρνει μέχρι το τέλος του βιβλίου να ‘παίζει’ εις βάρος μας. Ο αναγνώστης αν και διαβάζοντας βρίσκεται διαρκώς σε εγρήγορση, ωστόσο παραμένει, δίχως να το καταλαβαίνει, ανυποψίαστος.
Τι δυσκολίες και προκλήσεις είχε η μεταφραστική διαδικασία; Πώς δουλέψατε και πώς βιώσατε το ταξίδι-δοκιμασία;
Δεν έκανα κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι κάνω συνήθως. Όπως και με όλα τα βιβλία που έχω μεταφράσει, έτσι και μ’ αυτό απλώς στρώθηκα στη δουλειά… Η δοκιμασία υφίσταται κάθε φορά, και στην ουσία είναι να καταφέρω να βρω τον απαραίτητο χρόνο για να επιδοθώ στη μετάφραση απερίσπαστη —πράγμα βέβαια σχεδόν αδύνατο— και πνευματικά συντονισμένη με το κείμενο. Η έγνοια μου είναι πάντοτε να αποδώσω το κείμενο στα ελληνικά με μια γλώσσα που να ρέει αβίαστα μένοντας, όσο είναι εφικτό, πιστή στο πρωτότυπο, πράγμα που δεν είναι ποτέ εύκολο. Κάθε κείμενο έχει τις ιδιαιτερότητές του, τις οποίες ο μεταφραστής καλείται να αντιμετωπίσει και να επιλύσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ίσως τελικά, εγώ δεν το ξέρω αυτό, στο συγκεκριμένο βιβλίο να τα κατάφερα άθελά μου κάπως καλύτερα.
Με τη μετάφραση αυτή (Εξαίσιο πτώμα) βραβευτήκατε! Καθώς πήρατε το Α’ Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης ΛΕΑ στα πλαίσια του φετινού 15ου Festival LEA – Sol Latino. Αφού σας εκφράσω τα συγχαρητήριά μου, πείτε μου τα συναισθήματά σας για αυτό το γεγονός!
Απ’ αυτά που ανέφερα στην προηγούμενη απάντησή μου, μπορεί να καταλάβει κάποιος πως η βράβευσή μου ήταν κάτι που απλώς δεν το περίμενα. Για την ακρίβεια δεν μου είχε περάσει καν απ’ το νου, ήταν εξολοκλήρου έκπληξη, αφού αγνοούσα ακόμη και ότι η μετάφρασή μου είχε προταθεί ανάμεσα στις πέντε υποψήφιες της βραχείας λίστας! Προφανώς βέβαια μια ευχάριστη έκπληξη, για την οποία είμαι ευγνώμων σε όλους εκείνους που ξεχώρισαν και επέλεξαν τη μετάφρασή μου για το βραβείο LEA. Η αλήθεια είναι ότι 27 συναπτά έτη δουλεύω μοναχικά σαν το μυρμήγκι και δεν φανταζόμουν ποτέ ότι η δουλειά μου θα αναδεικνυόταν κάποτε μ’ αυτό τον τρόπο. Νιώθω σαν να έχω βγει ξαφνικά απ’ το καβούκι μου…! Δεν μπορώ να πω ότι δεν χάρηκα! Σαν εμπειρία έχει ενδιαφέρον, αλλά με κανέναν τρόπο δεν θα υποτιμήσω τη δουλειά των άλλων υποψηφίων ούτε πρόκειται να καβαλήσω το καλάμι! Θα συνεχίσω να εργάζομαι όπως έκανα όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Την περίοδο διεξαγωγής του φεστιβάλ εκδόθηκαν από τις εκδόσεις Πατάκη άλλα δυο βιβλία σε δική σας μετάφραση, πρόκειται για τα: Η σκύλα της Πιλάρ Κιντάνα και Τα θαύματα της Ελένα Μεδέλ. Πείτε μας δυο λόγια για αυτά τα βιβλία!
Η Σκύλα είναι μια μικρής έκτασης νουβέλα της Πιλάρ Κιντάνα που πρωτοκυκλοφόρησε στην Κολομβία το 2018 και απέσπασε το Premio Biblioteca de Narrativa Colombiana. Επίσης, το 2021 απέσπασε το αγγλικό βραβείο PEN και το Literaturpreis στη Γερμανία. Αφηγείται την ιστορία της Νταμάρις και του Ροχέλιο με σκηνικό έναν μικρό οικισμό στις ακτές της Κολομβίας στον Ειρηνικό, ένα σημείο άγριας ομορφιάς και μεγάλης σκληρότητας, έναν τόπο όπου συνυπάρχουν, χωριστά, ο πλούτος και η φτώχεια, οι λευκοί και οι μαύροι, η θάλασσα και η ζούγκλα. Η σχέση του ζευγαριού έχει σημαδευτεί από την άκαρπη προσπάθειά τους ν’ αποκτήσουν παιδί· δοκιμάζουν τα πάντα, ωστόσο η Νταμάρις δεν καταφέρνει να μείνει έγκυος. Έχοντας χάσει κάθε ελπίδα, η ώριμη πλέον γυναίκα βρίσκει καινούργιο νόημα στη ζωή της όταν της παρουσιάζεται η ευκαιρία να υιοθετήσει ένα θηλυκό κουτάβι…
Η λακωνική αυτή νουβέλα ενώ φαινομενικά ασχολείται με κάτι τελείως διαφορετικό, μιλάει για σημαντικά θέματα όπως είναι η βία, η μοναξιά, η αποδοχή, η σκληρότητα, οι απραγματοποίητες επιθυμίες, το κακό που είναι κρυμμένο μέσα μας, η ενοχή, η δυσκολία της εξημέρωσης των άλλων αλλά και του ίδιου μας του εαυτού, η αναζήτηση της θέσης μιας γυναίκας στην κοινωνία. Ένα βιβλίο γραμμένο με αυθορμητισμό και θάρρος, που φέρνει στο φως το σκοτεινό, το κακό, το αντικρίζει άφοβα και το αντιμετωπίζει. Μια πρωτότυπη ιστορία με όλες τις ανατροπές και τις εκπλήξεις της σε γλώσσα άμεση και γραφή παραστατική, ευαίσθητη και κινηματογραφική.
Τα θαύματα είναι το πρώτο μυθιστόρημα της Ελένα Μεδέλ που έτυχε θερμής υποδοχής τόσο στην Ισπανία όσο και στο εξωτερικό. Μέχρι τώρα είχε εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές καθώς και δοκίμια. Διευθύνει έναν εκδοτικό οίκο (La Bella Varsovia) που ειδικεύεται σε βιβλία ποίησης. Έχει τιμηθεί στη χώρα της με το βραβείο Premio Loewe για Νέους Δημιουργούς και με το Premio Fundación Princesa de Girona 2016 στην κατηγορία τέχνης και γραμμάτων.
Από την Κόρδοβα στα τέλη της δεκαετίας του 1960 στη σημερινή Μαδρίτη, από την κηδεία του στρατηγού Φράνκο στους αγώνες του φεμινιστικού κινήματος, το μυθιστόρημα διατρέχει με ορμή τα χρόνια και την Ιστορία της χώρας, δίνοντας φωνή σε γυναίκες αθέατες, και ωστόσο θαρραλέες, παρά την έλλειψη της αγάπης και το βάρος της καταγωγής. Μέσα από τις ζωές δύο γυναικών της εργατικής τάξης, η Μεδέλ αποτυπώνει δίχως εξάρσεις τον κόσμο του μόχθου και της μοναξιάς, επιτρέποντας συνάμα στις ηρωίδες της ν’ αποκτήσουν συναίσθηση της δύναμής τους, η οποία, όπως θα ανακαλύψουν, δεν εξαρτάται πραγματικά από το χρήμα.
Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου της, η Μεδέλ συνδέει το προσωπικό και το πολιτικό στοιχείο, αναδεικνύοντας ταξικά και φεμινιστικά ζητήματα, καθώς και την πάντοτε περίπλοκη φύση των οικογενειακών δεσμών.
Η Μαρία αποφασίζει να φύγει από την επαρχιακή της πόλη για να δουλέψει στην πρωτεύουσα, εγκαταλείποντας τη νεογέννητη κόρη της, με την πρόθεση όμως να της προσφέρει μελλοντικά τα εφόδια για μια καλύτερη ζωή. Πολλά χρόνια αργότερα, η εγγονή που δε γνώρισε, η Αλίθια, επαναλαμβάνει την ίδια πορεία, εγκαταλείπει τη μητέρα της ξεκινώντας τον δικό της αγώνα επιβίωσης στην πρωτεύουσα δουλεύοντας πωλήτρια. Δεν έχει όνειρα, μόνο τον ίδιο πάντα εφιάλτη: την αυτοκτονία του πατέρα της. Γιαγιά και εγγονή έχουν η καθεμιά τη δική της εκδοχή για ό,τι συνέβη. Δεν θα γνωριστούν ποτέ, αν και, με κάποιον τρόπο, οι δρόμοι τους θα διασταυρωθούν.
Η σκύλα και Τα θαύματα είναι δύο τελείως διαφορετικά κείμενα τόσο ως προς την ατμόσφαιρα όσο και ως προς την αφηγηματική γλώσσα. Η πρώτη ιστορία εκτυλισσόμενη σ’ έναν μικρό οικισμό στις ακτές της Κολομβίας ενέχει έντονη την παρουσία της φύσης, ενώ η δεύτερη αναπτυσσόμενη σε αστικό περιβάλλον (Κόρδοβα, Μαδρίτη) δίνει έμφαση σε ταξικά και φεμινιστικά ζητήματα. Η πρώτη αφήγηση διέπεται από συναισθηματικές εξάρσεις, η δεύτερη είναι ήσυχη, αθόρυβη, στοιχειωμένη όμως από μια ώριμη σκληρότητα.
Και μια γενικότερη ερώτηση που αφορά το Festival LEA – Sol Latino (φεστιβάλ ΛΕΑ). Αλήθεια πως σας φαίνεται σαν θεσμός; Πόσο βοηθούν τέτοιου είδους φεστιβάλ και εσάς τους μεταφραστές;
Πιστεύω πως για όλους όσοι δραστηριοποιούνται στο χώρο, το Festival LEA ήταν μια ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη και εποικοδομητική κίνηση που τονώνει και σε πρακτικό και σε ηθικό επίπεδο τη δουλειά μας. Πάντως, απ’ όσα έχω αντιληφθεί, θεωρώ υποχρέωσή μου να τονίσω ότι το κριτήριο για να δοθεί το βραβείο δεν σχετίζεται ούτε με τις κοινωνικές επαφές, ούτε και με την όποια ‘δικτύωση’ μπορεί να διαθέτει κάποιος που εργάζεται στον μεταφραστικό χώρο. Και η δική μου περίπτωση απλώς το επιβεβαιώνει αυτό. Εννοώ, η βράβευση της μετάφρασής μου, είτε πραγματικά αξίζει (πράγμα που φυσικά εύχομαι και θα ήθελα να το πιστεύω και να χαίρομαι γι’ αυτό), είτε απλώς επρόκειτο για μια συγκυριακή εύνοια της τύχης απέναντί μου. Σίγουρα όμως δεν ήταν αποτέλεσμα ‘επαφών’, ‘δικτύωσης’ και ‘κίνησης νημάτων’, και αυτό με οδηγεί στην πολύ ευχάριστη θέση να ισχυριστώ ότι η προσφορά του Festival LEA είναι όντως γνήσια και αυθεντική και συμβάλλει πολύ θετικά στην ενίσχυση του έργου που επιτελούν οι μεταφραστές της ισπανόφωνης γραμματείας.
– Για άλλη μια φορά τα θερμά μου συγχαρητήρια για τη βράβευσή σας!
Σας ευχαριστώ πολύ!
συνέντευξη
Βαγγέλης Μπουμπάκης
Νοέμβρης 2023
Η Χριστίνα Θεοδωροπούλου σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων στα ΚΑΤΕΕ, Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Ισπανική Φιλολογία στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Από το 1997 ασχολείται επαγγελματικά αποκλειστικά με τη μετάφραση και έχει συνεργαστεί με εκδοτικούς οίκους όπως οι Εκδόσεις Πατάκη, Μεταίχμιο, Scripta, Κέδρος, Bell, Polaris κ.ά., καθώς και με τη Λυρική Σκηνή, με εφημερίδες και με τηλεοπτικές παραγωγές. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.