Scroll Top

Άδειος Χώρος | συζήτηση με την Μάγδα Κόρπη

mmmmnnnbb

Άδειος Χώρος
του Πήτερ Μπρουκ
εκδόσεις ΚΟΑΝ
μετάφραση Μαρία Πσχαλίδου

 

συζήτηση με την θεατρολόγο – δραματουργό και ηθοποιό
Μάγδα Κόρπη

 

 

·Πρέπει συνεχώς κανείς να κινείται·

 

Β.Μ: Ποιος είναι ο Peter Brook;

Μ.Κ: O Peter Brook είναι Άγγλος σκηνοθέτης του θεάτρου και του κινηματογράφου. Γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1925 και ζει στη Γαλλία από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Το 1974 μαζί με την Micheline Rozan ιδρύουν και διευθύνουν το Διεθνές Κέντρο Θεατρικής Έρευνας στο θέατρο Bouffes du Nord στο Παρίσι. To 2010 ο Brook ολοκληρώνει την θητεία του παραδίδοντας τη σκυτάλη.

Έχει χαρακτηριστεί ο μεγαλύτερος εν ζωή θεατρικός σκηνοθέτης, ενώ έχει κερδίσει πολλά βραβεία Tony και Emmy, ένα βραβείο Laurence Olivier, ένα Praemium Imperiale κι ένα Prix Italia.

Σημαντική στιγμή στη ζωή του αποτέλεσε η γνωριμία του με την Αμερικανίδα Jane Heap (1883-1964), εκδότρια και σημαντική μορφή των μοντερνιστικών κύκλων του προπολεμικού Παρισιού, όπου και άλλαξε ζωή γνωρίζοντας τον Ελληνο-αρμένιο μυστικιστή δάσκαλο George Gurddjieff (1866-1949) το 1924 στη Νέα Υόρκη. Η Heap γίνεται μαθήτρια και συνεργάτις του Gurdjieff και δημιουργεί κέντρο μελέτης των ιδεών του στο Παρίσι το 1927 και στο Λονδίνο το 1935.

Είναι εκείνη που θα οδηγήσει τον Peter Brook στα μονοπάτια του τέταρτου δρόμου, της αναζήτησης της εσώτερης αλήθειας για την ύπαρξη και τον κόσμο. «Πνίγεσαι μέσα στη ζωή. Άκου πώς μιλάς. Φαίνεται από τον ήχο της φωνής σου ότι πνίγεσαι μέσα στη ζωή» του είπε, και ο Brook τρόμαξε διαισθανόμενος την αλήθεια της παρατήρησής της και αναγνωρίζοντάς την στην πιεστική πολυδιάσπαση της καθημερινότητάς του.

Σπουδαίος σταθμός στην πορεία του σκηνοθέτη καθώς και την ιστορία του θεάτρου, υπήρξε η παράσταση Mahabharata, (αρχαίο ινδικό έπος) διάρκειας εννέα ωρών.

Β.Μ: Ποιοι είναι οι βασικοί τομείς και οι πυλώνες της δουλειάς του;

Μ.Κ: Σκοπός του θεάτρου σύμφωνα με τις αρχές του Brook είναι να δημιουργήσει ένα ζωντανό συμβάν. Να προσφερθεί η αλήθεια της παρούσας στιγμής, η απόλυτη αίσθηση της πειθούς που μπορεί να υπάρξει μόνον όταν ο ερμηνευτής και το κοινό δεθούν σ’ ένα σώμα. Αυτό συμβαίνει όταν οι προσωρινές φόρμες έχουν εκπληρώσει το σκοπό τους και μας έχουν οδηγήσει σ’ αυτή τη μοναδική και ανεπανάληπτη στιγμή όπου μια πόρτα ανοίγει και η όραση μας μεταμορφώνεται.

Ο Brook θέτει υπό εξέταση τις ανακαλύψεις της προηγούμενης μέρας της πρόβας, έτοιμος να πιστέψει πως το πραγματικό έργο του διέφυγε και πάλι. Για εκείνον τίποτα δεν είναι στατικό. Προσδοκά ένα θέατρο απρόβλεπτο κι όχι συμβατικό, ανιαρό. Το θέατρο ζει στο παρόν και συγκεκριμένα στη στιγμή. Δεν κοιτάζεις πίσω με νοσταλγία. Αναζητά ένα θέατρο ροής όπου ανά πάσα στιγμή μπορεί να βρεθεί μια νέα αρχή. Πιστεύει πως το θέατρο είναι μια πράξη ίασης, μια θεραπεία της πόλης, ένα θέατρο φτιαγμένο από και για την κοινότητα, και για εκείνον το κοινό αποτελεί τον τρίτο συντελεστή της θεατρικής πράξης. Ύστερα από το κείμενο και την ομαδική δουλειά των προβών, η στιγμή της παράστασης μπροστά στα μάτια των θεατών δίνει στο έργο την πραγματική του διάσταση.

Η έννοια της δοκιμής και του λάθους, είναι βασικά συντακτικά της σκέψης του σκηνοθέτη ως προς τη θεατρική διαδικασία, ενώ ό,τι ονομάζει κανείς έργο είναι η αναζήτηση της σωστής μορφής.

Β.Μ: Τι καινοτόμο ή τι διαφορετικό φέρνει στο θέατρο ο Brook;

Μ.Κ: Ο Brook προσφέρει τον ενθουσιασμό, την πίστη και την ελευθερία για νέους τρόπους προσέγγισης της θεατρικής διαδικασίας χωρίς προκαθορισμένους κανόνες και φιλοσοφίες. Η παραμικρή λεπτομέρεια μπορεί να γίνει για εκείνον παράσταση, αρκεί κάποιος να την κάνει ζωντανή και ενδιαφέρουσα. Όταν ξεκινάει κάτι, δεν έχει σχήμα, μορφή και χρώμα, όμως υπάρχει ένα βαθύτατο συναίσθημα ότι αυτή είναι η σωστή κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να πάμε. Την επόμενη μέρα ή ύστερα από πολλά χρόνια αυτή η ιδέα ξαφνικά ξεπροβάλλει με σχήμα, μορφή και δομή. Αυτό που τον τρομάζει είναι ένας σκηνοθέτης θεάτρου ο οποίος σταυρώνει τα χέρια του στο στήθος και λέει: «Εσύ κάνε αυτό και εσύ το άλλο».

Επίσης πρότεινε και εισήγαγε στο θεατρικό πεδίο την έννοια του άδειου χώρου ως δυνατότητα δημιουργίας και θεατρικής γέννησης δίχως περιττά στοιχεία.

Β.Μ: Γιατί ασκούν τόσο μεγάλη επιρροή τα βιβλία του και ειδικά ο Άδειος Χώρος;

Μ.Κ: Το βιβλίο του Peter Brook ο Άδειος Χώρος -δημιούργημα του 1968- δίνει νοητικές προοπτικές και δυνατότητες· μια γυμνή περιοχή δεν εφοδιάζει το νου του θεατή με στοιχεία. Μια γυμνή περιοχή δεν λέει καμία ιστορία, κι έτσι η φαντασία, η προσοχή και η σκέψη είναι ελεύθερες. Άλλο ένα στοιχείο του άδειου χώρου είναι ότι το άδειο μοιράζεται· είναι ο ίδιος χώρος για κάθε έναν που είναι παρών. Ο Brook θα πει: «Ήταν κάποτε μια στιγμή που περιείχε μόνο δυνητική Δημιουργία, ένας κενός χώρος, άχρονος και χωρίς όρια, που δεν ήταν νεκρός, ήταν μια Δυνατότητα. Κάτι σε αυτόν τον ατελείωτο χώρο ήταν έτοιμο και περίμενε, όπως το κοινό πριν από ένα θεατρικό έργο. Εκείνη την αρχική στιγμή ήλθε μια διαφορετική δόνηση η οποία έδωσε την ώθηση για να ξεκινήσει η δημιουργία των πάντων και φυσικά του ανθρώπου. Τότε άρχισε να υπάρχει η ουσία του θεάτρου, δηλαδή η τραγωδία και η κωμωδία γύρω από την ανθρώπινη διαμάχη που υπάρχει κάθε στιγμή».

Β.Μ: Τι θα διαβάσουμε στο βιβλίο Ο Άδειος Χώρος (The Empty Space) που έγινε αφορμή για την συζήτησή μας; Ποια ήταν η δική σου προσωπική επαφή με το κείμενο αυτό; Ποια συναισθήματα σου δημιούργησε;

Μ.Κ: Το συναίσθημα που μου άφησε Ο Άδειος Χώρος διαβάζοντας τον, είναι ελευθερία και ροή χωρίς εγκοπές και προτροπές ή αφορισμούς. Ένα βιβλίο ροής και οργανικότητας όπως η διαδικασία της εισπνοής και της εκπνοής, όπου και εκχωρεί στον αναγνώστη το παιγνιώδες δικαίωμα στη δοκιμή και το λάθος. Άλλωστε a play is play, όπως θα πει κι εκείνος.

Το βιβλίο χωρίζει το θεατρικό γίγνεσθαι σε τέσσερις διαφορετικούς τύπους: το Νεκρό Θέατρο (είναι το συμβατικό θέατρο, που είναι γεμάτο στερεότυπα), το Ιερό Θέατρο (όπου επιδιώκει να ξαναβρεί την τελετουργική και πνευματική διάσταση της δραματικής τέχνης – εκεί εστίασαν την έρευνά τους ο Artaud και ο Grotowski), το Τραχύ Θέατρο (το λαϊκό θέατρο που στέκεται απέναντι στο επιτηδευμένο γεμάτο θόρυβο και δράση – χαρακτηριστικά του Ελισαβετιανού Θεάτρου) και το Άμεσο Θέατρο, στο οποίο ο Brook προσδιορίζει τη δική του πορεία – έναν δρόμο ανακάλυψης ενός ρευστού και συνεχώς μεταβαλλόμενου τρόπου και περιεχομένου που εστιάζει στη χαρά της θεατρικής εμπειρίας. Όπως λέει και ίδιος ο Brook: «Τίποτα μέσα στο βιβλίο δεν πρέπει κανείς να αντιμετωπίσει σαν δόγμα ή σαν μια οριστική ταξινόμηση».

Β.Μ: Σαν θεατρολόγος αλλά κυρίως σαν ηθοποιός έχει χρειαστεί να βάλεις στοιχεία της έρευνας του Peter Brook στην δουλειά σου; Ποια ήταν η δική σου προσωπική εμπειρία;

Μ.Κ: Νοητικά αλλά και πρακτικά, αντιλήφθηκα και μετουσίωσα στοιχεία της έρευνας του Peter Brook τόσο από τον Άδειο Χώρο, όσο κι εν γένει από τα βιβλία του, στην πρώτη μου σκηνοθεσία για το θέατρο, στο Φυλαχτό, βασισμένο στο βιβλίο του Roberto Bolaño. Κρατώ το παρακάτω που ειπώθηκε από τον ίδιο: «Ο σκηνοθέτης πρέπει ν’ ακούει τις μυστικές κινήσεις της υπόγειας διεργασίας! Αυτός είναι ο δρόμος. Να γιατί μια διαδικασία συνεχούς αλλαγής δεν είναι μα διαδικασία σύγχυσης αλλά ανάπτυξης». Αντιλήφθηκα πλήρως και ανακουφίστηκα, πως στον άδειο χώρο ενώ δεν υπάρχει τίποτα, υπάρχει το Κενό (το Κενό ως φιλοσοφικός όρος).

Προκειμένου να είναι διαθέσιμος ο ηθοποιός-καλλιτέχνης σε οτιδήποτε υπάρχει φωλιασμένο μέσα του και όχι σε εκείνα που του υπαγορεύει το μυαλό του, πρέπει να υπάρξει ένας κενός χώρος. Πρέπει επίσης να ψάχνουμε, να μαζεύουμε, να απαιτούμε και μόνον όταν θα τα έχουμε δοκιμάσει όλα ν’ αρχίσουμε να αφαιρούμε έτσι όπως μας καθοδηγούν η διαίσθηση και το θέμα.

Επιπλέον στοιχείο που μου χρησίμευσε τόσο στην διαδικασία της σκηνοθεσίας, όσο και στην υποκριτική είναι πως: «Υπάρχουν δύο σιωπές διαμετρικά αντίθετες. Υπάρχει μια νεκρή σιωπή, η σιωπή των νεκρών, που δε βοηθάει κανέναν από εμάς, και υπάρχει ή άλλη σιωπή, που είναι η ύψιστη στιγμή επικοινωνίας – η στιγμή όπου άνθρωποι, που κανονικά τους χωρίζουν κάθε είδους ανθρώπινοι φραγμοί, ξαφνικά βρίσκονται πραγματικά μαζί. Ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο σιωπές βρίσκονται οι περιοχές όπου γεννιούνται όλα τα ερωτήματα».

Η ελευθερία του λευκού, άδειου καμβά που προτάσσει ο Brook, και το δικαίωμα στις δοκιμές και τα λάθη ένεκα της μεταβαλλόμενης οργανικότητας αποτέλεσαν άξονες για την σκέψη μου ως προς τη θεατρική σύλληψη και πραγμάτωση της παράστασης.

Β.Μ: Και μια μάλλον προβοκατόρικη ερώτηση! Πόσο επίκαιρο είναι σήμερα (στον χώρο του θεάτρου), να συζητάμε για τον Brook. Το ρωτώ γιατί υπάρχει η τάση να απεμπλακούμε από τις «παλαιολιθικές» τεχνικές και μεθόδους και να ανακαλύψουμε νέες! Πως θα ήταν το θέατρο σήμερα εάν δεν υπήρχαν κάποιοι άνθρωποι και ομάδες που «τόλμησαν» να δουν το θέατρο με «άλλο μάτι»;

Μ.Κ: Η αλήθεια και η σημαντικότητα της στιγμής της συνάντησης με το κοινό όπως έγραψε ο Peter Brook είναι πάντοτε επίκαιρη και όχι τετριμμένη. Είναι το βασικό στοιχείο που κατά τη γνώμη μου διακυβεύεται στη θεατρική λειτουργία. Η συνάντηση με τον Άλλο. Όπως θα γράψει ο σκηνοθέτης: «Η τέχνη δεν είναι πιο πολύτιμη από ένα χωράφι ή έναν κήπο και το χωράφι έχει αξία ζωής μόνο όταν μέσα από αυτό μπορείς να ταΐσεις τους άλλους ανθρώπους και τον εαυτό σου. Και πρέπει να μάθεις τον τρόπο να βγάζεις από αυτό τα προς το ζην. Έτσι και η αληθινή τέχνη, χωρίς συμβιβασμούς, μπορεί να κάνει κάτι το πολύτιμο για τους ανθρώπους και τους βοηθά να βγάλουν τα πνευματικά προς το ζην». Η γυμνή σκηνή όπως την όρισε ο Άγγλος σκηνοθέτης πρέπει να γίνεται χώρος συνάντησης, προφέροντας απεριόριστες δυνατότητες και συνθήκες. Απαντώντας στο ερώτημα σου, του κατά πόσο υπάρχει η τάση ανακάλυψης νέων μεθόδων με διάθεση απεμπλοκής από τις παλιές, πιστεύω πως τα μονοπάτια και οι σκέψεις μεγάλων δασκάλων-σκηνοθετών προσφέρουν πάντοτε εργαλεία για σύγχρονη χρήση με ελεύθερη νόηση.

 

 

συνέντευξη
Βαγγέλης Μπουμπάκης
Απρίλης 2022

 

 

 

Η Μάγδα Κόρπη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1985. Σπούδασε στο τμήμα θεατρικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, υποκριτική στη δραματική σχολή Αρχή και ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές της σπουδές (MSc) στη δραματουργία και την ευρωπαϊκή δραματολογία στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Έχει συνεργαστεί ως θεατρολόγος-δραματουργός, ηθοποιός και βοηθός σκηνοθέτη με τους: Θ. Τερζόπουλος, Γ. Χουβαρδάς, Odin Teatret, Εθνικό Θέατρο, Ευρωπαϊκό και Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, Φεστιβάλ Αθηνών& Επιδαύρου, Λ. Μελεμέ, C. Grauzinis, Α. Διαμαντής, Bread and Puppets, Θ. Χαλκιάς, κ.α. Η παράσταση-μονόλογος Φυλαχτό, βασισμένη στο βιβλίο του Ρ. Μπολάνιο με την Αγγελική Παπαθεμελή στο θέατρο της Οδού Κυκλάδων-Λευτέρης Βογιατζής, είναι η πρώτη της σκηνοθεσία στο θέατρο.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ